Δευτέρα 24 Μαρτίου 2008

Πέμπτη 20 Μαρτίου 2008

ΝΕΑ ΕΝΩΣΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ

Δ Ι Α Κ Η Ρ Υ Ξ Η



Με αφετηρία τις επικείμενες εκλογές του ΣΑΔΑΣ-ΠΕΑ
στις 5 Ιουνίου 2005 , συγκροτήσαμε την

Νέα Ένωση Αρχιτεκτόνων

με στόχο το δικαίωμα όλων των Αρχιτεκτόνων στην αποτελεσματική και αξιοπρεπή άσκηση του επαγγέλματος τους.
Ο ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ
Εδώ και δύο δεκαετίες τουλάχιστον, η κινητικότητα των ατόμων, η κατασκευή σημαντικών υποδομών μεταφοράς, η συγκρότηση πολυπολιτισμικών κοινωνιών αλλά και η αυξανόμενη σημασία της αρχιτεκτονικής ως οικονομικής δραστηριότητας, επανέφεραν στο προσκήνιο τη σχέση της αρχιτεκτονικής με την πολιτική με όρους διαφορετικούς αυτών των «κοινωνιολογικών προσεγγίσεων του χώρου» της δεκαετίας του 70.

Στη συζήτηση που γίνεται σήμερα διεθνώς για την αρχιτεκτονική επιχειρείται να επαναπροσδιοριστεί ο ρόλος της. Μια συζήτηση που τις περισσότερες όμως φορές απέχει πολύ από το να θίγει τις συνθήκες εκείνες που γεννούν την αληθινή αρχιτεκτονική, συνθήκες που δεν εκπορεύονται από τις ανησυχίες του αρχιτέκτονα – δημιουργού, αλλά προκύπτουν μέσα από τις εκφάνσεις της καθημερινής ζωής.
Η Αρχιτεκτονική, σε αντίθεση με τις άλλες τέχνες, έχει ως κεντρικό της πυρήνα το βιωμένο χώρο, το χώρο της ζωής. Καλείται και σήμερα, όπως σε κάθε εποχή, να επιτελέσει την αποστολή της, που δεν είναι άλλη από το να στεγάσει την ανθρώπινη ανάγκη με λογισμό και με όνειρο. Οφείλει και σήμερα , να προτείνει ένα τρόπο ζωής, να έχει ένα όραμα για τη ζωή, ακόμα και αν αυτό φαίνεται ουτοπικό. Στόχος της παραμένει η αναζήτηση του άγνωστου χώρου, του χώρου που θέλει να εκφράσει όσο το δυνατόν καλύτερα το σήμερα, συνιστώντας παράλληλα την άλλη όψη του χθες και του αύριο.

Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΣΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ
ΚΑΙ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΜΑΣ
Τα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη προχώρησαν στο σχεδιασμό εθνικών πολιτικών για την αρχιτεκτονική από τα μέσα της 10ετίας του 80-90 ενώ το 2001 το συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ενέκρινε ψήφισμα σχετικά με την ποιότητα στο αστικό και αγροτικό περιβάλλον. Οι χώρες-μέλη της Ε.Ε. θεωρούν την αρχιτεκτονική ως το όχημα για τη βελτίωση της ποιότητας του καθημερινού περιβάλλοντος της ζωής των Ευρωπαίων Πολιτών.

Στη σύγχρονη όμως ελληνική πραγματικότητα είμα­στε αντιμέτωποι με μια πρωτοφανή απαξίωση της αρχιτεκτονικής. Δημόσια και ιδιωτικά έργα είναι ένα είδος συγκοινωνούντων δοχείων, από κάθε άποψη: από την άποψη του στυλ, από την άποψη της ποιότητας και του είδους της κατασκευής. Η αρχιτεκτονική και τεχνι­κή ποιότητα έχουν δυστυχώς τον δεύτερο λόγο. Το να προκύψει ένα έργο αξιοπρεπές μέσα από αυτή τη διαδικασία είναι ίσως θέμα τύχης ή συγκυρίας.

Μετά από μακροχρόνια αδιέξοδη πορεία αποτελεί κοινή πεποίθηση πως τα πράγματα πρέπει και μπορεί ν’ αλλάξουν. Η καταγγελία και η διαμαρτυρία δεν αρκούν και δεν μπορούν να είναι το άλλοθι μιας - βολικής για το πολιτικό μας σύστημα - δυσκινησίας.
Οι αναγκαίες θεσμικές τομές στη νομοθεσία της πολεοδομίας, των δημόσιων και ιδιωτικών έργων έστω και σήμερα μπορεί να άρουν το σημερινό κλίμα έλλειψης εμπιστοσύνης, συνενοχής και ακινησίας και να δώσουν «διέξοδο στις δημιουργικές μας δυνάμεις». Οι ωραίε­ς ιδέες και πράξεις για να ανθήσουν απαιτούν και κατάλληλο περιβάλλον.

Για όλους αυτούς τους λόγους :

Ο Σύλλογος Αρχιτεκτόνων πρέπει και μπορεί να εξελιχθεί σε μια ισχυρή ένωση με αποφασιστικό ρόλο και άποψη στη διαδικασία παραγωγής του δομημένου περιβάλλοντος, στη προστασία και προβολή της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς και του φυσικού περιβάλλοντος και τέλος στον σχεδιασμό και την οργάνωση μιας ποιοτικά καλύτερης ζωής για όλους τους Έλληνες.

Κοινή είναι επίσης η διαπίστωση για την αναγκαιότητα αναβάθμισης του Πανελλήνιου Φορέα των Αρχιτεκτόνων ως απαραίτητης προϋπόθεσης για την προώθηση των βασικών θεμάτων που μας απασχολούν. Επομένως, ο τρόπος οργάνωσης του κλάδου, οι θεσμικές παρεμβάσεις και πρωτοβουλίες για την ανάδειξη της αρχιτεκτονικής, η συνεχής παρουσία του ΣΑΔΑΣ-ΠΕΑ έναντι των μεγάλων επαγγελματικών προβλημάτων, αποτελούν ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε όλοι μαζί.

Απαιτείται επομένως, η ανάληψη μιας κοινής και σταθερής προσπάθειας με στόχους :

5 Την αναθεώρηση του θεσμικού πλαισίου άσκησης του επαγγέλματος, καθώς οι αρχιτέκτονες της χώρας δεν δέχονται πλέον τη διαιώνιση μιας απαράδεκτης κατάστασης, μέσα στην οποία ο οποιοσδήποτε ασκεί Αρχιτεκτονική. Η θέση των Αρχιτεκτόνων είναι πως η ομαλοποίηση των αρμοδιοτήτων των κλάδων συνιστά την απόλυτη προτεραιότητα για τους Αρχιτέκτονες και για την υλοποίηση ενός νέου θεσμικού πλαισίου, η πολιτεία και το ΤΕΕ οφείλουν να αναλάβουν δεσμευτικές πρωτοβουλίες.
5 Την ανάδειξη και προβολή της Αρχιτεκτονικής δημιουργίας και των Ελλήνων δημιουργών, την διοργάνωση πολλαπλών εκδηλώσεων για την Αρχιτεκτονική και ένα νέο νομοθετικό πλαίσιο περί αρχιτεκτονικών διαγωνισμών, με απώτερο στόχο και την ευαισθητοποίηση των πολιτών για την πολιτισμική αξία της Αρχιτεκτονικής.
5 Την επίλυση των μεγάλων καθημερινών προβλημάτων και ιδίως την άμεση αναπροσαρμογή στις αμοιβές των ιδιωτικών έργων, τον τρόπο έκδοσης οικοδομικών αδειών και τη μετεξέλιξη και την αναδιάρθρωση του ΤΣΜΕΔΕ σε πρότυπο ασφαλιστικό Οργανισμό προκειμένου να διαμορφωθεί ένα νέο νομοθετικό πλαίσιο άσκησης του επαγγέλματος μας, με ρυθμίσεις προς όφελος της αρχιτεκτονικής και των πολιτών.

Η ΑΣΚΗΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ

Βασικός στόχος των αλλαγών πρέπει να είναι η αντιστροφή της κατάστασης που χαρακτηρίζει σήμερα την παραγωγή του ιδιωτικού τεχνικού έργου αλλά και, η αντιστροφή της κατάστασης που χαρακτηρίζει, συνεπεία των παραπάνω, το δομημένο περιβάλλον της χώρας.

Η διαδικασία έκδοσης άδειας δόμησης και ελέγχου των κατασκευών αποτελεί παρέμβαση σε ένα μόνο από τους παράγοντες που επηρεάζουν την όλη διαδικασία παραγωγής του ιδιωτικού τεχνικού έργου, τον πλέον ορατό, τον πλέον συζητημένο και λόγω της εμπλοκής με αυτόν των απλών πολιτών. Κατά συνέπεια η ποιοτική αλλαγή στην παραγωγή των ιδιωτικών έργων και η αντιστροφή της κατάστασης που χαρακτηρίζει τον Ελληνικό χώρο, αντιμετωπίζεται μόνο με μια συνολική μεταρρύθμιση του όλου πλέγματος η οποία θα επαναπροσδιορίζει τους ρόλους, τα μέσα και τις προϋποθέσεις και θα αφορά :

1. Στην αναμόρφωση των προδιαγραφών πληρότητας και ποιότητας των μελετών και την κωδικοποίηση της πολεοδομικής νομοθεσίας .
2. Στον καθορισμό των αρμοδιοτήτων και των ευθυνών μηχανικών – εργολάβων – ιδιοκτητών – μηχανικών εφαρμογής και ανάλογη αναπροσαρμογή των αμοιβών των μηχανικών.
3. Στη θέσπιση μητρώου κατασκευαστών ιδιωτικών έργων ως απαραίτητη προϋπόθεση για την αξιόπιστη παραγωγή τεχνικού έργου .
4. Στην αναβάθμιση των πολεοδομικών υπηρεσιών όσον αφορά στη στελέχωση με το αναγκαίο προσωπικό όλων των ειδικοτήτων, στην κτιριακή υποδομή , στον εξοπλισμό και στην ηλεκτρονική αρχειοθέτηση .
5. Στην πιστοποίηση των υλικών σε όλες τις φάσεις από την παραγωγή τους μέχρι την τοποθέτηση τους στις κατασκευές.

Θεωρώντας πως το επικείμενο νομοσχέδιο για τον τρόπο έκδοσης των αδειών δόμησης είναι απλώς η αρχή των παρεμβάσεων στις οποίες οφείλει η πολιτεία να προχωρήσει άμεσα προκειμένου να αλλάξει ριζικά και προς το καλύτερο το όλο πλέγμα της παραγωγής του ιδιωτικού τεχνικού έργου και λαμβάνοντας υπόψη και την κατάσταση που επικρατεί στα Πολεοδομικά Γραφεία, ο Σύλλογος πρέπει να προωθήσει μια λύση που θα αναδεικνύει την ευθύνη των αρχιτεκτόνων σε ένα πλαίσιο αναβάθμισης του ρόλου τους, βελτίωσης της επαγγελματικής τους θέσης και πάνω από όλα οργάνωσης και πιστοποίησης του τομέα παραγωγής ιδιωτικών έργων.
Η σύντμηση του χρόνου έκδοσης μιας οικοδομικής Άδειας, δεν θα πρέπει να αποτελεί το μοναδικό στόχο του όλου εκσυγχρονισμού. Εκείνο που προέχει είναι να διασφαλίζεται, μέσα από μία συνολική διαδικασία ενεργειών, ένα παραγόμενο τελικό προϊόν (η κατασκευή), άρτιο, οικονομικό, ασφαλές και γενικά άριστης ποιότητας. Είναι καιρός δηλαδή μέσα από τη διαδικασία έκδοσης μιας οικοδομικής άδειας, να περάσουμε από το τυπικό στο ουσιαστικό.
Έτσι η τελική ποιότητα ενός έργου θα διασφαλίζεται από μια σειρά άλλους παράγοντες πέραν της οικοδομικής άδειας, όπως από:
1. τη σωστή τεχνική μελέτη του έργου δηλαδή τον ολοκληρωμένο σχεδιασμό της
2. τη σωστή επίβλεψη και εφαρμογή των μελετών κατά την κατασκευή.
3. τον έλεγχο της ποιότητας των χρησιμοποιηθέντων υλικών.
4. τον υποχρεωτικό έλεγχο όλων των κατασκευών.
5. τη σωστή συντήρηση της κατασκευής κατά τη διάρκεια της χρήσης της.
6. την διασφάλιση αξιόπιστου ελεγκτικού μηχανισμού .

Όσον αφορά το ΤΣΜΕΔΕ η πρόταση μας για την μετεξέλιξη του σε ένα πρότυπο ασφαλιστικό οργανισμό προϋποθέτει:
§ Ικανοποιημένους ασφαλισμένους μέσω ταχύτατης εξυπηρέτησης στις συναλλαγές με έμφαση στη συνεχή φροντίδα στα μέλη του ιδίως όταν αντιμετωπίζουν επείγοντα και σοβαρά προβλήματα με παράλληλη ανάπτυξη νέων προϊόντων υπέρ των ασφαλισμένων.
§ Περιβάλλον ευγένειας και φιλικότητας σε όλες τις φάσεις της επικοινωνίας με τους συναλλασσομένους.
§ Αξιοποίηση της αιχμής των νέων τεχνολογιών και τη λειτουργία του Ταμείου ως οικονομικά εύρωστου οργανισμού.

Στόχοι της αναδιοργάνωσης του ΤΣΜΕΔΕ πρέπει να είναι :
Η Μείωση του χρόνου απονομής των Συντάξεων
Η διασφάλιση και αύξηση των συντάξεων.
Η μείωση του χρόνου και η βελτίωση της αξιοπιστίας για τις εγγυητικές επιστολές και άλλες τραπεζικές εργασίες.
Η αξιόπιστη λειτουργία του λογιστηρίου - οικονομικών υπηρεσιών.
Η αποτελεσματικότερη διαχείριση της ακίνητης περιούσιας και των αποθεματικών του Ταμείου.
Η μείωση του κόστους εξυπηρέτησης των ασφαλισμένων (τηλεξυπηρέτηση)
Η αποτελεσματικότερη άσκηση της Διοίκησης
Η διαμόρφωση συνθηκών σύγχρονου εργασιακού περιβάλλοντος.
Όλα τα παραπάνω θα έχουν σαν αποτέλεσμα την επίτευξη του τελικού στόχου που είναι «η βελτίωση της εξυπηρέτησης και η παροχή σύγχρονων υπηρεσιών στους ασφαλισμένους με παράλληλη μείωση του κόστους λειτουργίας του Οργανισμού του ΤΣΜΕΔΕ».

ΠΡΟΣΒΑΣΗ στο ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ, την ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ και το ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Θέτουμε επίσης ένα πλαίσιο συζήτησης και προβληματισμού πάνω στα κρίσιμα θέματα που απασχολούν τους αρχιτέκτονες στην Ευρώπη.

Τέτοια θέματα είναι :

Α. Η αρχιτεκτονική εκπαίδευση και διαμόρφωση του επαγγελματικού προφίλ του αρχιτέκτονα σε σχέση με τις προϋποθέσεις και προδιαγραφές για την άσκηση του επαγγέλματος, σε συνάρτηση με τη Διακήρυξη της Μπολόνια και την νέα Ευρωπαϊκή Οδηγία για τα επαγγελματικά προσόντα .

Β. Οι διαδικασίες ρύθμισης του επαγγέλματος, σε σχέση με την εξασφάλιση των δικαιωμάτων πολίτη σύμφωνα με τις προϋποθέσεις της οδηγίας για την ρύθμιση σε εναρμονισμένη βάση του πλαισίου παροχής υπηρεσιών (αμοιβές ιδιωτικών, δημοσίων μελετών κλπ). (Οδηγία SIM – Υπηρεσίες στην Εσωτερική Αγορά)

Γ. Η έμφαση στη συνεχιζόμενη εκπαίδευση που αποτελεί αρμοδιότητα και ευθύνη των επαγγελματικών ενώσεων, σε σχέση με την ενημέρωση και παροχή υπηρεσιών που να ανταποκρίνονται στα νέα κοινωνικά δεδομένα και την εξελισσόμενη τεχνογνωσία.

Δ. Η σπουδαιότητα επεξεργασίας νομοθεσίας για την κατάρτιση ειδικής εθνικής πολιτικής για την προβολή της αρχιτεκτονικής ποιότητας. Η Πανελλήνια Ένωση Αρχιτεκτόνων θα πρέπει να συνεχίσει τις επαφές με τους αρμόδιους θεσμικούς φορείς (Υπουργεία, Αρχιτεκτονικές Σχολές) προκειμένου να θεσπιστεί μία εθνική πολιτική για την αρχιτεκτονική, αλλά και να μεταφερθούν αυτοί οι προβληματισμοί στο κοινωνικό σύνολο μέσω των Μ.Μ.Ε.


Για τους παραπάνω λόγους, αποφασίσαμε να συγκροτήσουμε ένα νέο και ενωτικό ψηφοδέλτιο, ανοιχτό σε όσους συναδέλφους μοιράζονται τα ίδια οράματα μαζί μας.

Σάββατο 15 Μαρτίου 2008

Σύμφωνο της UIA με τα προτεινόμενα Διεθνή Πρότυπα για την Άσκηση του Επαγγέλματος του Αρχιτέκτονα

Εισαγωγή
Μετά από 25 μήνες εντατικής εργασίας της Επιτροπής Άσκησης Επαγγέλμα­τος της UIA κατά την τριετία 1993-96, το Συμβούλιο της UIA πρότεινε ομό­φωνα και η Συνέλευση της UIA υιοθέτησε τις «Αποφάσεις που αφορούν στο Σύμφωνο της Διεθνούς Ένωσης Αρχιτεκτόνων U.I.A. με τα προτεινόμενα Διε­θνή Πρότυπα για την Άσκηση του Επαγγέλματος του Αρχιτέκτονα», που προετοιμάστηκαν από την επιτροπή.
Με την ενέργεια της αυτή, η Συνέλευση της UIA θεσπίζει την πολιτική συμ­φωνία που θα καθοδηγεί τις εργασίες της UIA και της Επιτροπής της UIA για την Άσκηση του Επαγγέλματος, θα φροντίσει, επίσης, το κείμενο του Συμ­φώνου να δοθεί σε όλα τα εθνικά τμήματα-μέλη της UIA, με αίτημα τη συν­εργασία τους και τη συμμετοχή τους στην περαιτέρω ανάπτυξη του ντο­κουμέντου, το εγκρίνει ως το βασικό πλαίσιο πολιτικής τακτικής σχετικά με τα διεθνή πρότυπα για την άσκηση του επαγγέλματος και ζητά τη συνεχή συνεργασία με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου και τους άλλους διεθνείς οργανισμούς, καθώς αυτή η εργασία συνεχώς εξελίσσεται.
Το ντοκουμέντο θα λειτουργήσει ως οδηγός για τη συνεργασία της επιτρο­πής με τους αρμόδιους φορείς των εθνικών τμημάτων σε θέματα αναγνώρι­σης και δικαιώματος άσκησης του επαγγέλματος των εθνικών τμημάτων της UIA, και θα επιτρέψει να διατυπωθούν πιο λεπτομερείς οδηγίες, που θα γί­νουν επαγγελματικοί κανόνες όταν υιοθετηθούν από την UIA και τα εθνικά τμήματα. Όσο αυτή η εργασία συνεχίζεται, είναι απαραίτητο να γίνει σεβα­στή η αυτονομία κάθε εθνικού τμήματος της UIA. Γι' αυτόν το λόγο, οι προ­τεινόμενες οδηγίες πρέπει να έχουν την απαιτούμενη ευελιξία, να επιτρέ­πουν τη δυνατότητα ισοτιμίας και να είναι δομημένες έτσι ώστε να αφήνουν περιθώρια για την προσθήκη απαιτήσεων που αντανακλούν τις τοπικές συν­θήκες ενός τμήματος μέλους της UIA.
Το Σύμφωνο αρχίζει με τη διακήρυξη που περιλαμβάνει τις «Αρχές Άσκησης του Επαγγέλματος», που συνοδεύεται από μια σειρά θεμάτων γενικής πολι­τικής τακτικής. Κάθε θέμα περιλαμβάνει τον ορισμό του και περιγραφή του περιεχομένου του, και καταλήγει στην πολιτική τακτική.
Το Σύμφωνο και οι Βασικές Οδηγίες που θα ακολουθήσουν, σκοπό έχουν να προσδιορίσουν τις βέλτιστες συνθήκες για την άσκηση του επαγγέλματος και τους κανόνες που το επάγγελμα απαιτεί. Χωρίς να περιορίζεται η αυτονομία τους, τα εθνικά τμήματα της UIA καλούνται και ενθαρρύνονται να προωθή­σουν την υιοθέτηση του Συμφώνου και των Βασικών Αρχών που θα ακολου­θήσουν, και, εφόσον υπάρχει ανάγκη, να προσπαθήσουν να προσαρμόσουν βάσει αυτών την ισχύουσα νομοθεσία.
Βασιζόμενοι στην εμπειρία των οδηγιών που υιοθετήθηκαν για την αμοιβαία αναγνώριση συμφωνιών ή διευθετήσεων που αφορούν τον λογιστικό τομέα, το Σύμφωνο προτείνεται να λειτουργήσει σαν χρήσιμη αναφορά στις κυβερνή­σεις, στις ομάδες διαπραγματεύσεων ή τα άλλα σώματα που διαπραγματεύο­νται την αμοιβαία αναγνώριση των υπηρεσιών στον τομέα της αρχιτεκτονικής. Το Σύμφωνο και οι Βασικές Αρχές θα καταστήσουν ευκολότερη τη διαπραγ­μάτευση συμφωνιών αναγνώρισης για τα διάφορα μέρη. Ο πιο συνήθης τρό­πος για την επίτευξη αμοιβαίας αναγνώρισης είναι μέσω διμερών συμφω­νιών, όπως καθορίζονται από το Άρθρο VII του Γενικού Συμφώνου Ανταλλα­γών στον τομέα των Υπηρεσιών (G.A.T.S.). Υπάρχουν διαφορές στην εκπαί­δευση και τα εξεταστικά πρότυπα, στις απαιτήσεις εμπειρίας, στις κανονι­στικές ρυθμίσεις κ.λπ., που καθιστούν την εφαρμογή της αναγνώρισης σε πολυμερή βάση εξαιρετικά δύσκολη. Οι διμερείς διαπραγματεύσεις θα διευ­κολύνουν την εστίαση σε ζητήματα που αφορούν σε δύο συγκεκριμένες πλευρές με διαφορετικές συνθήκες. Όταν επιτευχθούν διμερείς συμφωνίες, θα οδηγήσουν σε άλλες, οι οποίες, τελικά, θα επεκτείνουν την αμοιβαία ανα­γνώριση σε πιο ευρεία βάση.

Σύμφωνο της UIA με τα προτεινόμενα Διεθνή Πρότυπα για την Άσκηση του Επαγγέλματος του Αρχιτέκτονα
Αρχές Άσκησης του Επαγγέλματος
Τα μέλη του αρχιτεκτονικού επαγγέλματος είναι ταγμένα στη διατήρηση υψηλού επιπέδου άσκησης της αρχιτεκτονικής με ακεραιότητα και ικανότη­τα. Με αυτόν τον τρόπο προσφέρουν στην κοινωνία μοναδικές ικανότητες και υπηρεσίες αναγκαίες για την αειφόρο ανάπτυξη του δομημένου περι­βάλλοντος, την κοινωνική ευημερία και τον πολιτισμό. Οι Αρχές Άσκησης του Επαγγέλματος καθορίζονται από τη νομοθεσία, τους κώδικες δεοντολογίας και άλλους κανονισμούς που ρυθμίζουν την επαγγελματική συμπεριφορά.
Κάθε αρχιτέκτονας οφείλει να είναι:
Ειδικός: Οι αρχιτέκτονες κατέχουν ένα συστηματοποιημένο σώμα γνώσεων, ικανοτήτων και θεωρίας, το οποίο αναπτύχθηκε μέσω της εκπαίδευσης, της προ- και μετα-πτυχιακής κατάρτισης, και της εμπειρίας. Η διαδικασία των πανεπιστημιακών τους σπουδών και της πρακτικής τους εξάσκησης, και οι εξετάσεις στις οποίες υποβάλλονται, έχουν διαμορφωθεί έτσι ώστε να δια­σφαλίζεται το δημόσιο συμφέρον όταν ένας αρχιτέκτονας προσλαμβάνεται για να παρέχει επαγγελματικές υπηρεσίες. Επιπρόσθετα, τα μέλη των πε­ρισσότερων επαγγελματικών συλλόγων και, βεβαίως, της UIA, είναι επιφορ­τισμένα με την υποχρέωση να διατηρούν και να προωθούν τις γνώσεις τους στην τέχνη και την επιστήμη της αρχιτεκτονικής, καθώς και να σέβονται το σύνολο της αρχιτεκτονικής δημιουργίας και να συμβάλλουν στην ανάπτυξή του.
Αυτόνομος: Οι αρχιτέκτονες παρέχουν προς τους πελάτες ή τους χρήστες τις υπηρεσίες τους με τρόπο αντικειμενικό. Οι αρχιτέκτονες πρέπει να υπε­ρασπίζονται το ιδεώδες ότι η επαγγελματική τους κρίση πρέπει να έχει προ­τεραιότητα έναντι οποιουδήποτε άλλου κινήτρου κατά την άσκηση της τέ­χνης και της επιστήμης της αρχιτεκτονικής. Οι αρχιτέκτονες υποχρεώνονται επίσης να εφαρμόζουν το πνεύμα και το γράμμα των νόμων που διέπουν τις επαγγελματικές τους υποθέσεις, και να εξετάζουν προσεκτικά τις κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις των επαγγελματικών τους δραστηριοτήτων.
Δεσμευμένος: Οι αρχιτέκτονες επιδεικνύουν ένα υψηλό επίπεδο ανιδιοτε­λούς αφοσίωσης προς το επιτελούμενο έργο για λογαριασμό της κοινωνίας και των πελατών τους. Τα μέλη του επαγγελματικού αυτού χώρου είναι επι­φορτισμένα με την ευθύνη να υπηρετούν τους πελάτες τους κατά τρόπο αποτελεσματικό και επαγγελματικό, χωρίς καμία προκατάληψη απέναντι τους.
Υπεύθυνος: Οι αρχιτέκτονες έχουν συνείδηση της ευθύνης τους για την πα­ροχή ανεξάρτητων και, αν αυτό είναι αναγκαίο, κρίσιμων συμβουλών προς τους πελάτες τους, καθώς και για τα αποτελέσματα της εργασίας τους στην κοινωνία και το περιβάλλον. Οι αρχιτέκτονες αναλαμβάνουν να παρέχουν επαγγελματικές υπηρεσίες μόνον όταν αυτοί, μαζί με εκείνους που προ­σλαμβάνουν ως συμβούλους, κρίνουν ότι έχουν τα απαραίτητα προσόντα από την πανεπιστημιακή τους εκπαίδευση, την πρακτική τους εξάσκηση και/ή την εμπειρία τους στους συγκεκριμένους τεχνικούς τομείς.
Η UIA, μέσω των προγραμμάτων των εθνικών της τμημάτων και του Προ­γράμματος Άσκησης του Επαγγέλματος, επιδιώκει να καθιερώσει αρχές επαγγελματικής συμπεριφοράς και επαγγελματικά πρότυπα προς όφελος της δημόσιας υγείας, της ασφάλειας, της ευημερίας και του πολιτισμού. Επι­προσθέτως, η UIA υποστηρίζει τη θέση ότι η αμοιβαία αναγνώριση των προ­τύπων επαγγελματικής συμπεριφοράς και ικανότητας θα εξυπηρετήσει το δημόσιο συμφέρον και, ταυτόχρονα, θα συμβάλει στη διατήρηση της αξιοπι­στίας του επαγγέλματος.
Οι αρχές και τα πρότυπα της UIA στοχεύουν στη διεξοδική πανεπιστημιακή εκπαίδευση και πρακτική εξάσκηση των αρχιτεκτόνων, έτσι ώστε να μπορούν να ικανοποιήσουν τις θεμελιώδεις επαγγελματικές απαιτήσεις τους. Αυ­τά τα πρότυπα αναγνωρίζουν την ύπαρξη διαφορετικών εθνικών εκπαιδευ­τικών παραδόσεων και, παρ' όλα αυτά, επιτρέπουν τους παράγοντες ισοτι­μίας.

ΑΡΘΡΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ
Άσκηση της Αρχιτεκτονικής
Ορισμός: Η άσκηση της αρχιτεκτονικής αφορά στην παροχή επαγγελματι­κών υπηρεσιών που συνδέονται με τη ρύθμιση του δομημένου και του αδόμητου χώρου. Αφορά επίσης στη σύλληψη και την κατασκευή, την επέκτα­ση, τη διατήρηση και την αποκατάσταση ή τροποποίηση χώρων, κτιρίων ή ομάδας κτιρίων. Αυτές οι επαγγελματικές υπηρεσίες περιλαμβάνουν τους ακόλουθους τομείς, χωρίς όμως να περιορίζονται μόνο σ' αυτούς: πολεοδο­μία, αρχιτεκτονική τοπίου, διαμορφώσεις αστικού χώρου, προκαταρτικές με­λέτες, σύνθεση των έργων, υλοποίηση προπλασμάτων και σχεδίων, διατύ­πωση εξειδικευμένων τεχνικών προδιαγραφών, συντονισμό της τεχνικής τεκ­μηρίωσης από άλλους επαγγελματίες εφόσον υπάρχουν (συμβούλους μηχα­νικούς, πολεοδόμους, αρχιτέκτονες τοπίου και άλλους ειδικούς), την οικονο­μία της κατασκευής, τη διαχείριση των συμβάσεων των έργων, την παρακο­λούθηση της κατασκευής (η οποία καλείται «επίβλεψη» σε μερικές χώρες) και τη διαχείριση των έργων.
Περιεχόμενο: Οι αρχιτέκτονες εξασκούν την τέχνη και την επιστήμη τους από την αρχαιότητα. Το επάγγελμα, όπως το γνωρίζουμε σήμερα, έχει ανα­πτυχθεί πολύ και έχει αλλάξει ριζικά. Οι επαγγελματικές υποχρεώσεις έχουν πολλαπλασιαστεί, οι απαιτήσεις των πελατών και οι τεχνολογικές εξελίξεις έχουν γίνει πιο περίπλοκες, οι κοινωνικές και οι περιβαλλοντικές απαιτήσεις έχουν αποκτήσει πιο πιεστικό χαρακτήρα. Αυτές οι αλλαγές με τη σειρά τους έχουν μεταβάλει το αρχιτεκτονικό επάγγελμα, ευνοώντας τη συνεργασία με­ταξύ των πολλών εμπλεκομένων πλευρών στη διαδικασία σχεδιασμού και κατασκευής.
Πολιτική: Η άσκηση της αρχιτεκτονικής όπως ορίζεται παραπάνω, πρέπει να υιοθετηθεί για χρήση στην ανάπτυξη των Διεθνών Προτύπων της UIA.

Αρχιτέκτονας
Ορισμός: Ο προσδιορισμός «αρχιτέκτονας» αποδίδεται από το νόμο ή το σε ένα άτομο που έχει τα επαγγελματικά και ακαδημαϊκά προσόντα, και, γενικά, έχει άδεια άσκησης του επαγγέλματος του αρχιτέκτονα, στη χώρα όπου το εξασκεί, και είναι υπεύθυνο για την προώθηση της σωστής και βιώσιμης ανά­πτυξης, της ευημερίας και της πολιτισμικής έκφρασης της κοινωνίας στο χώ­ρο, στη μορφή και στο ιστορικό πλαίσιο.
Περιεχόμενο: Οι αρχιτέκτονες αποτελούν μέρος του δημόσιου και του ιδιω­τικού τομέα που ασχολείται με τη ρύθμιση του δομημένου χώρου, τις κατα­σκευές και τον οικονομικό τομέα των κατασκευών, που στελεχώνεται από εκείνους που αναθέτουν, διατηρούν, σχεδιάζουν, κτίζουν, επιπλώνουν, χρη­ματοδοτούν, ρυθμίζουν και διαχειρίζονται το δομημένο περιβάλλον μας για την ικανοποίηση των αναγκών της κοινωνίας. Οι αρχιτέκτονες εργάζονται σε μια ποικιλία συνθηκών και οργανωτικών σχημάτων. Για παράδειγμα, μπορεί να εργάζονται μόνοι τους ή ως μέλη ιδιωτικών ή δημόσιων γραφείων.
Πολιτική: Η UIA να υιοθετήσει τον ορισμό του «αρχιτέκτονα» όπως δίνεται παραπάνω, για χρήση στην ανάπτυξη των Διεθνών Προτύπων της UIA.

Θεμελιώδεις Απαιτήσεις για Κάθε Αρχιτέκτονα
Ορισμός
: Οι θεμελιώδεις προϋποθέσεις για την χορήγηση άδειας και την αναγνώριση του δικαιώματος άσκησης του επαγγέλματος του αρχιτέκτονα όπως ορίζεται παραπάνω, είναι η γνώση, οι δεξιότητες και οι ικανότητες που αναφέρονται παρακάτω και που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο αναγνωρι­σμένης πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, εμπειρίας και πρακτικής εξάσκησης. Τότε μόνον το άτομο θεωρείται επαγγελματικά ικανό για την άσκηση της αρχιτεκτονικής.
Περιεχόμενο: Τον Αύγουστο του 1985, για πρώτη φορά, μια ομάδα χωρών έθεσε τις θεμελιώδεις απαιτήσεις γνώσεων και ικανοτήτων για έναν αρχιτέ­κτονα (από την Directive 85/484/EEC της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινο­τήτων). Αυτές περιλαμβάνουν:
• Ικανότητα να δημιουργεί αρχιτεκτονικά σχέδια που να ικανοποιούν τόσο αισθητικές όσο και τεχνικές απαιτήσεις, και να προσπαθούν να εξασφαλί­σουν ένα βιώσιμο περιβάλλον.
• Επαρκείς γνώσεις της ιστορίας και της θεωρίας της αρχιτεκτονικής και των τεχνών που έχουν σχέση με αυτήν, της τεχνολογίας και των ανθρωπιστικών επιστημών.
• Γνώση των καλών τεχνών ως παράγοντα της ποιότητας της αρχιτεκτονι­κής σύλληψης.
• Επαρκείς γνώσεις πολεοδομίας και χωροταξικού σχεδιασμού, καθώς και τις ικανότητες που απαιτούνται από τη διαδικασία του σχεδιασμού.
• Κατανόηση της σχέσης ανάμεσα σε ανθρώπους και τα κτίρια και ανάμεσα στα κτίρια και το περιβάλλον τους, καθώς και της συσχέτισης των κτιρίων και του περιβάλλοντα χώρου τους με τις ανθρώπινες ανάγκες και την αν­θρώπινη κλίμακα.
• Επαρκή γνώση των μέσων επίτευξης περιβαλλοντικά βιώσιμου σχεδια­σμού.
• Κατανόηση του επαγγέλματος του αρχιτέκτονα και του ρόλου των αρχι­τεκτόνων στην κοινωνία, και ειδικότερα των κοινωνικών παραμέτρων που επηρεάζουν τη διαδικασία του σχεδιασμού.
• Κατανόηση των μεθόδων έρευνας και προετοιμασίας του φακέλου ενός με­λετητικού σχεδίου.
• Κατανόηση του δομικού σχεδίου, της κατασκευής και των προβλημάτων των μηχανικών που συνδέονται με το σχεδιασμό των κατασκευών.
• Επαρκείς γνώσεις των φυσικών συνθηκών, της τεχνολογίας και της λει­τουργίας των κτιρίων, έτσι ώστε να τους παρέχονται εσωτερικές συνθήκες άνεσης και προστασίας από κλιματολογικές συνθήκες.
• Απαραίτητες ικανότητες αρχιτεκτονικού σχεδιασμού για την ικανοποίηση των απαιτήσεων των χρηστών του κτιρίου εντός των ορίων που τίθενται από τους παράγοντες κόστους και των οικοδομικών κανονισμών.
• Επαρκείς γνώσεις των βιομηχανικών υλικών, του τρόπου οργάνωσης, των κανονισμών και των διαδικασιών που σχετίζονται στη μετατροπή μιας αρχι­τεκτονικής σύλληψης σε κτίριο, καθώς και στην ένταξη των σχεδίων στον συ­νολικό σχεδιασμό.
• Επαρκείς γνώσεις ως προς τη χρηματοδότηση και τη διαχείριση των έρ­γων, καθώς και το έλεγχο του κόστους υλοποίησης.
Πολιτική Τακτική: Η UIA να υιοθετήσει το μανιφέστο θεμελιωδών απαιτήσε­ων όπως αυτές παρατίθενται παραπάνω, ως την ελάχιστη βάση για την ανάπτυξη των Διεθνών Προτύπων της UIA, και να επιδιώξει να διασφαλι­στεί η απόδοση έμφασης σ' αυτές τις συγκεκριμένες απαιτήσεις στο βιο­γραφικό σημείωμα ενός αρχιτέκτονα. Η UIA να επιδιώξει επίσης να δια­σφαλιστεί η συνεχής ανανέωση των θεμελιωδών απαιτήσεων, έτσι ώστε να παραμένουν επίκαιρες όσο το επάγγελμα του αρχιτέκτονα και η κοινωνία εξελίσσονται.

Πανεπιστημιακή Εκπαίδευση
Ορισμός: Η πανεπιστημιακή εκπαίδευση θα πρέπει να εξασφαλίζει σε όλους τους αποφοίτους τις γνώσεις και τις ικανότητες που είναι αναγκαίες για τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό, συμπεριλαμβανομένων των τεχνικών γνώσεων και απαιτήσεων που λαμβάνουν υπόψη ζητήματα υγείας, ασφάλειας και οικο­λογικής ισορροπίας· επίσης, ότι κατανοούν το πολιτισμικό, θεωρητικό, ιστο­ρικό, κοινωνικό, οικονομικό και περιβαλλοντικό νόημα της αρχιτεκτονικής, καθώς και τους ρόλους και τις αρμοδιότητες των αρχιτεκτόνων στην κοινω­νία, χάρις στο καλλιεργημένο, αναλυτικό και δημιουργικό τους πνεύμα.
Περιεχόμενο: Στις περισσότερες χώρες, η θεωρητική εκπαίδευση διαρκεί από 4-6 έτη πλήρους ακαδημαϊκής εκπαίδευσης σε ένα πανεπιστήμιο (η οποία, σε κάποιες χώρες, ακολουθείται από μια περίοδο πρακτικής εξάσκη­σης και εμπειρίας), παρ' όλο που ιστορικά έχουν υπάρξει σημαντικές πα­ραλλαγές (σπουδές με μερική φοίτηση, επαγγελματική εμπειρία που απο­κτάται παράλληλα με τις σπουδές κ.λπ.)
Πολιτική Τακτική: Σε αρμονία με τον Καταστατικό Χάρτη της UIA/UNESCO για την Αρχιτεκτονική Εκπαίδευση, η UIA προωθεί την άποψη ότι η πανεπι­στημιακή εκπαίδευση των αρχιτεκτόνων (εκτός από πρακτική εξάσκηση και εμπειρία) θα πρέπει να μη διαρκεί λιγότερο από 5 έτη, να παρέχεται σε πλή­ρες ωράριο με αναγνωρισμένο πρόγραμμα αρχιτεκτονικών σπουδών σε ανα­γνωρισμένο πανεπιστήμιο και να επιτρέπει ποικιλία στην παιδαγωγική προ­σέγγιση, προσαρμογή στις τοπικές συνθήκες, καθώς και ευελιξία στην ισοτι­μία των σπουδών.
Αναγνώριση των Διπλωμάτων Σπουδών
Ορισμός: Είναι η διαδικασία με την οποία αποδεικνύεται ότι ένα εκπαιδευτι­κό πρόγραμμα πληροί ένα καθιερωμένο πρότυπο επιδόσεων. Ο σκοπός της είναι να διασφαλίζει τη διατήρηση και τη βελτίωση της βασικής εκπαίδευσης.
Περιεχόμενο: Θεσμοθετημένα κριτήρια και διαδικασίες αναγνώρισης από έναν ανεξάρτητο του πανεπιστημίου παράγοντα, επιτρέπουν να δημιουρ­γούνται αρμονικά και συντονισμένα προγράμματα αρχιτεκτονικών σπουδών. Η εμπειρία από ορισμένες χώρες δείχνει ότι είναι δυνατόν να προωθούνται και να εναρμονίζονται τέτοια κριτήρια χάρις σε έναν εξωτερικό παράγοντα που δρα επιπροσθέτως του εσωτερικού ελέγχου ποιότητας του πανεπιστημίου.
Πολιτική Τακτική: Τα προγράμματα των μαθημάτων πρέπει να υπόκεινται στην επικύρωση ενός ανεξάρτητου οργανισμού, εκτός του πανεπιστημίου, σε λογικά χρονικά διαστήματα (συνήθως όχι μεγαλύτερα των 5 ετών). Η UIA, σε συνεργασία με τους σχετικούς εθνικούς εκπαιδευτικούς οργανισμούς ανώ­τατης εκπαίδευσης, πρέπει να επεξεργαστεί πρότυπα για το περιεχόμενο της επαγγελματικής εκπαίδευσης του αρχιτέκτονα, τα οποία θα πρέπει να είναι ακαδημαϊκού επιπέδου, σε σωστό θεωρητικό υπόβαθρο, βασισμένα στην αποτελεσματικότητα και προσανατολισμένα στο αποτέλεσμα, με δια­δικασίες που υπαγορεύονται από την καλή πρακτική.

Εμπειρία/Εκπαίδευση/Πρακτική Εξάσκηση
Ορισμός: Η εκπαίδευση, η εμπειρία και η πρακτική εξάσκηση είναι μια ειδικά οργανωμένη και κατευθυνόμενη δραστηριότητα που αφορά στην άσκηση της αρχιτεκτονικής και πραγματοποιείται είτε κατά τη διάρκεια της αρχιτε­κτονικής εκπαίδευσης είτε μετά την απονομή του επαγγελματικού διπλώμα­τος, αλλά πριν την απόκτηση της άδειας άσκησης.
Περιεχόμενο: Για τη συμπλήρωση της ακαδημαϊκής εκπαίδευσης ώστε να προστατευτεί το κοινό συμφέρον, οι υποψήφιοι για την απόκτηση της άδει­ας άσκησης, πρέπει να ενσωματώνουν στην επίσημη εκπαίδευσή τους και την πρακτική κατάρτιση.
Πολιτική Τακτική: Οι κάτοχοι διπλωμάτων αρχιτεκτονικής θα πρέπει να έχουν συμπληρώσει τουλάχιστον 2 έτη αποδεκτής πρακτικής εξάσκησης πριν την απόκτηση της άδειας για εργασία ως αρχιτέκτονες (αλλά με αντι­κειμενικό σκοπό τα 3 έτη), ενώ θα πρέπει να προβλέπονται περιθώρια που να επιτρέπουν την ισοτιμία.

Επίδειξη Επαγγελματικών Γνώσεων και Ικανοτήτων
Ορισμός: Κάθε υποψήφιος που ζητά την άδεια άσκησης της αρχιτεκτονικής, πρέπει να επιδείξει στις αρμόδιες εθνικές αρχές ότι κατέχει ένα ικανοποιητι­κό επίπεδο γνώσεων και επαγγελματικών ικανοτήτων.
Περιεχόμενο: Το κοινό συμφέρον εξασφαλίζεται ως προς τις γνώσεις και τις ικανότητες ενός αρχιτέκτονα μόνο αφού αυτός ή αυτή έχει αποκτήσει την απαιτούμενη πανεπιστημιακή εκπαίδευση και πρακτική εξάσκηση, και έχει επιδείξει τις ελάχιστες απαιτούμενες γνώσεις και ικανότητες για τη συνολική άσκηση της αρχιτεκτονικής. Αυτά τα προσόντα πρέπει να πιστοποιηθούν μέσω μιάς εξέτασης ή άλλης αποδεκτής διαδικασίας.
Πολιτική Τακτική: Οι γνώσεις και οι ικανότητες που αποκτήθηκαν από έναν αρχιτέκτονα, πρέπει να μπορούν να αποδειχθούν από μια κατάλληλη διαδι­κασία. Αυτή η διαδικασία πρέπει να περιλαμβάνει την επιτυχή αντιμετώπι­ση τουλάχιστον μιας εξέτασης στο τέλος της ολοκλήρωσης του κύκλου εκ­παίδευσης/εμπειρίας/πρακτικής άσκησης. Οι γνώσεις και οι ικανότητες για την άσκηση του επαγγέλματος που δεν αποτελούν αντικείμενο εξέτασης πρέπει να εκτιμώνται με άλλον τρόπο. Αυτές οι γνώσεις περιλαμβάνουν θέ­ματα όπως διαχείρισης επιχειρήσεων και θεσμικά θέματα.

Άδεια Άσκησης Επαγγέλματος
Ορισμός: Η άδεια άσκησης επαγγέλματος αποτελεί την επίσημη νομική ανα­γνώριση των προσόντων ενός ατόμου, που του επιτρέπει να εξασκεί το επάγ­γελμα του αρχιτέκτονα. Αυτή η αναγνώριση συνοδεύεται από περιορισμούς που εμποδίζουν όσα άτομα δεν έχουν τα προσόντα, να ασκούν ορισμένες λειτουρ­γίες.
Περιεχόμενο: Δεδομένου ότι το δημόσιο συμφέρον συνδέεται με ένα βιώσιμο και ποιοτικά δομημένο περιβάλλον, και δεδομένων των κινδύνων και των επι­πτώσεων της ανάπτυξης στο περιβάλλον αυτό, είναι σημαντικό οι υπηρε­σίες στον τομέα της αρχιτεκτονικής να παρέχονται από εξειδικευμένους επαγγελματίες για την προστασία του δημοσίου συμφέροντος.
Πολιτική Τακτική: Η UIA προωθεί το γεγονός της επιβολής μιας διαδικασίας που να δίνει το δικαίωμα άσκησης του επαγγέλματος σε όλες τις χώρες. Αυ­τή η διαδικασία θα πρέπει να είναι υποχρεωτική.

Αμοιβές
Ορισμός: Η διαδικασία μέσω της οποίας αμείβονται οι αρχιτεκτονικές υπη­ρεσίες.
Περιεχόμενο: Οι αρχιτέκτονες (μέσα από τους δικούς τους κώδικες δεοντο­λογίας) υποστηρίζουν τα συμφέροντα των πελατών τους και της κοινωνίας πριν από τα δικά τους. Για να εξασφαλίσουν επαρκείς πόρους για την επι­τέλεση του λειτουργήματός τους σύμφωνα με τα απαιτούμενα πρότυπα για το κοινό συμφέρον, κατά παράδοση αποζημιώνονται σύμφωνα με επαγγελ­ματικές κλίμακες απολαβών που είναι είτε υποχρεωτικές είτε συστηνόμενες. Υπάρχουν διεθνείς κανονισμοί, όπως η Γενική Συμφωνία Αμοιβών (WTO) και η Οδηγία Υπηρεσιών της ΕΕ, οι οποίοι αποσκοπούν στο να εξασφαλιστεί η αντικειμενική και δίκαιη επιλογή των αρχιτεκτόνων. Παρ' όλα αυτά, υπάρχει μια αυξανόμενη τάση για επιλογή αρχιτεκτόνων, τόσο για δημόσια όσο και για ιδιωτικά έργα, με βάση το χρηματικό τίμημα μόνον. Η επιλογή με βάση το χρηματικό τίμημα ωθεί τους αρχιτέκτονες να υποβαθμίζουν τις προσφερό­μενες προς τον πελάτη υπηρεσίες, με συνέπεια την υποβάθμιση της ποιό­τητας του σχεδιασμού και, επομένως, της ποιότητας και της κοινωνικοοικο­νομικής αξίας του δομημένου περιβάλλοντος.
Πολιτική Τακτική: Για να διασφαλιστεί η βιώσιμη ανάπτυξη του δομημένου περιβάλλοντος και να προστατευτούν οι κοινωνικές, πολιτιστικές και οικο­νομικές αξίες της κοινωνίας, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να εφαρμόσουν τέτοιου είδους διαδικασίες αμοιβών για ανάθεση έργων σε αρχιτέκτονες, που να οδηγούν στην επιλογή των πιο κατάλληλων αρχιτεκτόνων για κάθε έργο. Ο στόχος αυτός μπορεί να πραγματοποιηθεί με μιαν από τις παρακάτω με­θόδους:
• Με αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς που να διεξάγονται σύμφωνα με τις αρ­χές της UNESCO-UIA για διεθνείς διαγωνισμούς, τις εγκεκριμένες από τις αρ­μόδιες εθνικές αρχές ή από τους επαγγελματικούς συλλόγους των αρχιτε­κτόνων.
• Με διαδικασία επιλογής με βάση τα προσόντα (QBS) όπως αυτή ορίζεται από τις οδηγίες της UIA.
• Με απευθείας διαπραγματεύσεις με βάση ένα συνολικό πακέτο που περι­γράφει το εύρος και την ποιότητα των αρχιτεκτονικών υπηρεσιών.

Δεοντολογία
Ορισμός: Ένας κώδικας δεοντολογίας καθιερώνει ένα επαγγελματικό πρότυ­πο συμπεριφοράς το οποίο διέπει τη συμπεριφορά των αρχιτεκτόνων κατά την άσκηση του επαγγέλματός τους. Οι αρχιτέκτονες θα πρέπει να τηρούν και να ακολουθούν τον κώδικα δεοντολογίας όπως ισχύει σε κάθε περιοχή στην οποία δραστηριοποιούνται.
Περιεχόμενο: Οι κανόνες δεοντολογίας και συμπεριφοράς έχουν ως κύριο σκοπό τους την προστασία του κοινού συμφέροντος, που περιλαμβάνει την υπεράσπιση των λιγότερο ισχυρών και την ευημερία της κοινωνίας, καθώς και την προώθηση των συμφερόντων του επαγγέλματος του αρχιτέκτονα.
Πολιτική Τακτική: Ο υπάρχων Διεθνής Κώδικας Δεοντολογίας στην Παροχή Υπηρεσιών της UIA παραμένει σε ισχύ. Τα μέλη της UIA ενθαρρύνονται να ει­σαγάγουν στους δικούς τους κώδικες δεοντολογίας και πρακτικής τις προ­τεινόμενες Οδηγίες του παρόντος Συμφώνου, καθώς και μιαν απαίτηση από τα μέλη τους να τηρούν τους κώδικες δεοντολογίας όπως ισχύουν στις χώ­ρες και περιοχές στις οποίες παρέχουν επαγγελματικές υπηρεσίες, εφόσον δεν τους το απαγορεύει ο διεθνής κώδικας ή οι νόμοι της πατρίδας του αρ­χιτέκτονα.

Συνεχής Επαγγελματική Εκπαίδευση
Ορισμός
: Η Συνεχής Επαγγελματική Εκπαίδευση είναι μια ισόβια διαδικασία μάθησης η οποία διατηρεί, εμβαθύνει ή αυξάνει τις γνώσεις και καθιστά διαρ­κείς τις ικανότητες των αρχιτεκτόνων.
Περιεχόμενο: Ολοένα και περισσότερες επαγγελματικές οργανώσεις και δη­μόσιες αρχές που ασκούν έλεγχο, απαιτούν από τους αρχιτέκτονες-μέλη τους να αφιερώνουν χρόνο (τυπικά, τουλάχιστον 35 ώρες ανά έτος) για τη διατήρηση των ικανοτήτων που ήδη έχουν, τη διεύρυνση των γνώσεών τους και τη διερεύνηση νέων περιοχών γνώσεων. Αυτό γίνεται ολοένα και πιο ση­μαντικό, ώστε να διατηρηθεί επαφή με τις νέες τεχνολογίες, τις μεθόδους άσκησης του επαγγέλματος και τις μεταβαλλόμενες κοινωνικές και περιβαλ­λοντικές συνθήκες. Η συνεχής επαγγελματική εκπαίδευση ήδη απαιτείται από ορισμένες επαγγελματικές οργανώσεις ως προϋπόθεση για την εγγρα­φή και την ανανέωση της συμμετοχής σε αυτές.
Πολιτική Τακτική: Η UIA ενθαρρύνει τα κράτη-μέλη της να καθιερώσουν τη συνεχή επαγγελματική εκπαίδευση ως υποχρεωτική απέναντι στην ιδιότητα του μέλους, για το κοινό συμφέρον. Οι αρχιτέκτονες πρέπει να είναι σίγου­ροι ότι μπορούν να παρέχουν τις υπηρεσίες που προσφέρουν, και οι κώδι­κες δεοντολογίας πρέπει να υποχρεώνουν τους αρχιτέκτονες να διατηρούν το γνωστικό αντικείμενο που περιγράφεται στις «θεμελιώδεις Απαιτήσεις ενός Αρχιτέκτονα», καθώς και στις μελλοντικές εξελίξεις τους. Στο μεταξύ, η UIA πρέπει να ελέγχει την ανάπτυξη της συνεχούς εκπαίδευσης που απαι­τείται για την ανανέωση του δικαιώματος άσκησης της αρχιτεκτονικής. Πρέ­πει επίσης να προτείνει οδηγίες για όλα τα κράτη, ώστε να διευκολύνεται η αμοιβαιότητα και η συνέχιση της επεξεργασίας πολιτικής σ' αυτόν τον το­μέα.

Εύρος Άσκησης του Επαγγέλματος
Ορισμός: Είναι η παροχή υπηρεσιών σχεδιασμού και διαχείρισης έργων στον τομέα της χωροταξίας, της πολεοδομίας και των κατασκευών.
Περιεχόμενο: Καθώς εξελίσσεται η κοινωνία, η δημιουργία αστικού και δομη­μένου περιβάλλοντος γίνεται όλο και πιο σύνθετη. Οι αρχιτέκτονες έχουν να αντιμετωπίσουν ένα αυξανόμενο εύρος πολεοδομικών, αισθητικών, τεχνικών και θεσμικών παραγόντων. Μια συντονισμένη προσέγγιση του αρχιτεκτονι­κού σχεδιασμού έχει αποδειχθεί αναγκαία για τη διασφάλιση της τήρησης των θεσμικών, τεχνικών και πρακτικών παραμέτρων, ώστε να ικανοποιη­θούν οι κοινωνικές ανάγκες και απαιτήσεις.
Πολιτική Τακτική: Η UIA να ενθαρρύνει και να προωθήσει τη συνεχιζόμενη επέκταση των ορίων της άσκησης της αρχιτεκτονικής, η οποία θα περιορί­ζεται μόνον από τις υποχρεώσεις τήρησης των κωδίκων δεοντολογίας και πρακτικής, και να επιδιώξει τη διασφάλιση της αντίστοιχης επέκτασης των γνώσεων και των ικανοτήτων που είναι απαραίτητες για την ικανοποίηση των εκάστοτε τιθεμένων ορίων.

Μορφή Άσκησης του Επαγγέλματος
Ορισμός: Πρόκειται για τη νομική οντότητα μέσω της οποίας ο αρχιτέκτονας παρέχει τις υπηρεσίες του.
Περιεχόμενο: Παραδοσιακά, οι αρχιτέκτονες έχουν εξασκήσει το επάγγελμα ως μόνοι τους ή με συνεργάτες ή ως υπάλληλοι σε δημόσιες ή ιδιωτικές εται­ρείες. Πιο πρόσφατα, οι απαιτήσεις της άσκησης του επαγγέλματος έχουν οδηγήσει τους αρχιτέκτονες σε διαφόρων ειδών εταιρείες· για παράδειγμα:
εταιρείες περιορισμένης ή μη ευθύνης, συνεργατικές, γραφεία μελετών μέσα σε πανεπιστημιακά πλαίσια, αρχιτεκτονικές εταιρείες του δημόσιου τομέα, παρ' όλο που δεν επιτρέπονται όλες οι προηγούμενες μορφές σε όλες τις χώ­ρες. Αυτές οι μορφές συνεργασίας είναι επίσης δυνατόν να περιλαμβάνουν και μέλη από άλλες επιστημονικές περιοχές.
Πολιτική Τακτική: Οι αρχιτέκτονες να μπορούν να εξασκούν το επάγγελμα σε όποια μορφή είναι νομικώς αποδεκτή στη χώρα στην οποία παρέχονται οι υπηρεσίες, αλλά πάντα σε αρμονία με τους ισχύοντες κανόνες δεοντολογίας και τη συνεχή επαγγελματική εκπαίδευση. Αν κριθεί αναγκαίο, η UIA να ανα­πτύξει και να τροποποιήσει την πολιτική τακτική και τα πρότυπά της, ώστε να ληφθούν υπόψη οι νέες μορφές άσκησης του επαγγέλματος και οι ποικί­λες τοπικές συνθήκες, εφόσον αυτοί οι νεωτερισμοί κρίνεται ότι επεκτείνουν τον θετικό και δημιουργικό ρόλο του αρχιτεκτονικού λειτουργήματος για το κοινωνικό συμφέρον.

Άσκηση του Επαγγέλματος στην Αλλοδαπή
Ορισμός
: Η πρακτική σε μια ξένη χώρα νοείται όταν ο αρχιτέκτονας, μόνος ή ως εταιρική οντότητα, είτε επιδιώκει ανάθεση είτε του ανατίθεται ο σχεδια­σμός ενός έργου είτε παρέχει υπηρεσίες σε μια χώρα άλλη απ' τη δική του/της.
Περιεχόμενο: Υπάρχει ενδιαφέρον στην αύξηση της υπεύθυνης κινητικότη­τας των αρχιτεκτόνων και τις ικανότητάς τους να παρέχουν υπηρεσίες σε ξένες χώρες. Επίσης, υπάρχει ανάγκη για την προώθηση της ενημέρωσης για τους τοπικούς περιβαλλοντικούς, πολιτιστικούς και κοινωνικούς παράγο­ντες, καθώς τις υποχρεώσεις ηθικού και θεσμικού χαρακτήρα.
Πολιτική Τακτική: Οι αρχιτέκτονες που παρέχουν αρχιτεκτονικές υπηρεσίες για έργα σε χώρες στις οποίες δεν είναι εγγεγραμμένοι, οφείλουν να συνερ­γάζονται με έναν τοπικό αρχιτέκτονα για να διασφαλίζεται η σωστή κατα­νόηση θεσμικών, περιβαλλοντικών, κοινωνικών και πολιτιστικών παραγό­ντων, καθώς και η πολιτιστική κληρονομιά της χώρας. Οι όροι της συνεργα­σίας θα πρέπει να καθορίζονται από τα συναλλασσόμενα μέρη σε συμφωνία με τα πρότυπα δεοντολογίας της UIA και τους τοπικούς νόμους και διατάξεις.

Πνευματική Ιδιοκτησία/Πνευματικά Δικαιώματα
Ορισμός: Η πνευματική ιδιοκτησία περιλαμβάνει τις τρεις ενότητες θεσμικού χαρακτήρα: την ευρεσιτεχνία, τα πνευματικά δικαιώματα και το σήμα κατα­τεθέν. Αναφέρεται στο δικαίωμα (το οποίο μερικές φορές προστατεύεται από τη νομοθεσία ορισμένων κρατών) των μελετητών, των εφευρετών, των συγγραφέων και των παραγωγών πάνω στις ιδέες τους, τις συλλήψεις, τις εφευρέσεις, τα συγγράμματα, και περιλαμβάνει επίσης την ταυτότητα, κα­θώς και την επαλήθευση των πηγών των προϊόντων και των υπηρεσιών.
Περιεχόμενο: Ενώ πολλές χώρες παρέχουν κάποια νομική προστασία για την κάλυψη της αρχιτεκτονικής σύλληψης, αυτή η προστασία είναι πολύ συχνά ανεπαρκής. Δεν είναι ασύνηθες για τους αρχιτέκτονες να συζητούν ιδέες και συλλήψεις τους με έναν πιθανό πελάτη, ακολούθως να μη γίνει ανάθεση, και αργότερα να συνειδητοποιήσουν ότι ο πελάτης έχει χρησιμοποιήσει την ιδέα του αρχιτέκτονα χωρίς να τον αποζημιώσει. Η πνευματική ιδιοκτησία του αρχιτέκτονα βρίσκεται, σε κάποιο βαθμό, υπό την προστασία διεθνών κανο­νισμών. Στο περιεχόμενο της GATS, υπάρχει συμφωνία επί ζητημάτων δι­καιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας σχετικών με το εμπόριο, συμπεριλαμ­βανομένου και του εμπορίου πλαστών αγαθών (TRIPS). Η Παγκόσμια Σύνοδος για τα Πνευματικά Δικαιώματα της 16ης Σεπτεμβρίου 1955 έχει, επίσης, παγκόσμια σημασία. Στην Ευρώπη, η Αναθεωρημένη Συμφωνία της Βέρνης του 1886 βρίσκεται σε ισχύ στα περισσότερα κράτη.
Πολιτική Τακτική: Η εθνική νομοθεσία ενός τμήματος μέλους της UIA θα πρέ­πει να δίνει το δικαίωμα στον αρχιτέκτονα να εξασκεί το επάγγελμά του χω­ρίς να θίγει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του· να του εξασφαλίζει επί­σης προστασία της πνευματικής του ιδιοκτησίας και των δικαιωμάτων που σχετίζονται με την κυριότητα των έργων του.

Ο Ρόλος των Επαγγελματικών Συλλόγων των Αρχιτεκτόνων
Ορισμός
: Τα επαγγέλματα ελέγχονται κατά κανόνα από μια οργάνωση η οποία καθιερώνει και εφαρμόζει τους κανονισμούς που αφορούν στην άσκη­ση του επαγγέλματος (π.χ. κανόνες εκπαίδευσης, κανόνες δεοντολογίας, επαγγελματικά πρότυπα τα οποία πρέπει να τηρούνται). Οι κανόνες και τα πρότυπα είναι σχεδιασμένα προς όφελος του κοινού συμφέροντος και όχι το ιδιωτικό όφελος των μελών της. Σε μερικές χώρες, ορισμένες δραστηριότητες οροθετούνται στο επάγγελμα δια νόμου, όχι για την προστασία των επαγ­γελματιών αυτών, αλλά επειδή τέτοιου είδους δραστηριότητες θα πρέπει να πραγματοποιούνται μόνο από άτομα που έχουν την απαιτούμενη θεωρητι­κή μόρφωση και πρακτική εμπειρία, και υπακούουν στα πρότυπα και τους κανόνες του επαγγέλματος, για την προστασία του κοινού συμφέροντος. Οι σύλλογοι έχουν ιδρυθεί για την προώθηση της αρχιτεκτονικής, για τη βελτίωση των γνώσεων και την προστασία του δημοσίου συμφέροντος, εγγυώμενοι ότι τα μέλη τους σέβονται τους ισχύοντες κανονισμούς.
Περιεχόμενο: Ανάλογα με το αν μια χώρα παρέχει προστασία του τίτλου ή του επαγγέλματος (ή και των δύο ή κανενός), ο ρόλος και οι ευθύνες των επαγγελματικών συλλόγων ποικίλουν σημαντικά. Σε μερικές χώρες, το επάγγελμα εκπροσωπείται από φορείς του Δημοσίου, ενώ, σε άλλες, οι δύο τομείς είναι ξεχωριστοί.
Συνήθως τα μέλη των επαγγελματικών συλλόγων πρέπει να πληρούν έναν προκαθορισμένο αριθμό προϋποθέσεων. Αυτό επιτυγχάνεται με τη δημιουρ­γία κωδίκων συμπεριφοράς που διαμορφώνονται από τους επαγγελματι­κούς συλλόγους, και με την εκπλήρωση άλλων υποχρεώσεων των μελών π.χ., τη συνεχή επαγγελματική ανάπτυξη.
Πολιτική Τακτική: Σε χώρες όπου δεν υφίστανται επαγγελματικοί σύλλογοι, η UIA θα πρέπει να ενθαρρύνει τα μέλη του αρχιτεκτονικού χώρου να σχημα­τίσουν τέτοια σώματα για το κοινό συμφέρον.
Οι Επαγγελματικοί Σύλλογοι θα πρέπει να απαιτούν από τα μέλη τους να υπακούουν στα διεθνή πρότυπα της UIA, στις ελάχιστες απαιτήσεις της Χάρτας της Εκπαίδευσης του αρχιτέκτονα της UIA-UNESCO και στον Διεθνή Κώδικα Δεοντολογίας και Πρακτικής της UIA· να ανανεώνουν τη γνώση τους και τις ικανότητές τους όπως απαιτείται στο κεφάλαιο «θεμελιώδεις Απαι­τήσεις» (τόσο τώρα όσο και καθώς αυτές θα εξελίσσονται στο μέλλον), και, γενικώς, να συνεισφέρουν στην ανάπτυξη πολιτισμού στον τομέα τόσο της αρχιτεκτονικής όσο και της κοινωνίας την οποία υπηρετούν.

Τετάρτη 12 Μαρτίου 2008

ΧΑΡΤΗΣ LEIPZIG ΓΙΑ ΤΙΣ ΒΙΩΣΙΜΕΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΠΟΛΕΙΣ

24 Μαΐου 2007
ΧΑΡΤΗΣ LEIPZIG ΓΙΑ ΤΙΣ ΒΙΩΣΙΜΕΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΠΟΛΕΙΣ

ΠΡΟΟΙΜΙΟ

Ο «ΧΑΡΤΗΣ LEIPZIG για τις Βιώσιμες Ευρωπαϊκές Πόλεις» αποτελεί έγγραφο των Κρατών Μελών, το οποίο συντάχθηκε με την ευρεία και διαφανή συμμετοχή των Ευρωπαίων Συμμέτοχων. Γνωρίζοντας τις προκλήσεις και τις ευκαιρίες καθώς και το διαφορετικό ιστορικό, οικονομικό, κοινωνικό και περιβαλλοντικό παρελθόν των Ευρωπαϊκών πόλεων, οι αρμόδιοι για την Αστική Ανάπτυξη Υπουργοί των Κρατών Μελών συμφωνούν σε κοινές αρχές και στρατηγικές για την πολιτική της αστικής ανάπτυξης. Οι Υπουργοί δεσμεύονται :
- να ξεκινήσουν πολιτικό διάλογο στα κράτη τους σχετικά με τον τρόπο ενσωμάτωσης των αρχών και στρατηγικών του Χάρτη Leipzig για τις Βιώσιμες Ευρωπαϊκές Πόλεις στις εθνικές και τοπικές πολιτικές ανάπτυξης
- να χρησιμοποιήσουν το εργαλείο της ενιαίας αστικής ανάπτυξης και της εξουσίας που σχετίζεται με την εφαρμογή της και, στο ίδιο πλαίσιο, να καθιερώσουν οποιοδήποτε απαραίτητο πλαίσιο σε εθνικό επίπεδο και
- να προωθήσουν την καθιέρωση μιας ισορροπημένης χωρικής οργάνωσης που να βασίζεται σε μία πολυκεντρική αστική Ευρωπαϊκή δομή.
Οι Υπουργοί ευχαριστούν τη Γερμανική Προεδρία που προετοίμασε την αναφορά «Integrated urban development as a prerequisite for successful urban sustainability» (Η ενιαία αστική ανάπτυξη ως προϋπόθεση για την επιτυχημένη αστική βιωσιμότητα) και τις μελέτες «Strategies for upgrading the physical environment in deprived urban areas» (Στρατηγικές για την αναβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος σε υποβαθμισμένες αστικές περιοχές), «Strengthening the local economy and local labour market policy in deprived urban areas» (Ενισχύοντας την τοπική οικονομία και την πολιτική της τοπικής αγοράς εργασίας σε υποβαθμισμένες αστικές περιοχές), «Proactive education and training policies on children and young people in deprived urban areas» (Προληπτικές πολιτικές εκπαίδευσης και κατάρτισης για παιδιά και νέους σε υποβαθμισμένες αστικές περιοχές) και «Sustainable urban transport and deprived urban areas» (Βιώσιμη αστική μετακίνηση και υποβαθμισμένες αστικές περιοχές) με τα παραδείγματα καλής πρακτικής στην Ευρώπη που περιλαμβάνουν. Οι μελέτες αυτές θα βοηθήσουν τις πόλεις κάθε μεγέθους στην αποτελεσματική εφαρμογή των αρχών και στρατηγικών που διατυπώνονται στον Χάρτη Leipzig για τις Βιώσιμες Ευρωπαϊκές Πόλεις.

Οι Υπουργοί δηλώνουν:

Εμείς, οι αρμόδιοι Υπουργοί για την αστική ανάπτυξη στα Κράτη Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θεωρούμε ότι οι Ευρωπαϊκές πόλεις κάθε μεγέθους, όπως έχουν διαμορφωθεί μέσα στην ιστορία, αποτελούν πολύτιμα και αναντικατάστατα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά αποκτήματα.
Με στόχο την προστασία, την ενίσχυση και την περαιτέρω ανάπτυξη των πόλεών μας, υποστηρίζουμε τη Στρατηγική της Ε.Ε. για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη που ενσωματώνει τα ακόλουθα: Lille Action Programme, Rotterdam Urban Acquis και Bristol Accord. Με αυτό τον τρόπο, όλες οι διαστάσεις της βιώσιμης ανάπτυξης θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ταυτόχρονα και με την ίδια βαρύτητα. Αυτές συμπεριλαμβάνουν την οικονομική ευημερία, την κοινωνική ισορροπία και ένα υγειές περιβάλλον. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να δοθεί προσοχή στην πολιτιστική και περιβαλλοντική άποψη. Εντούτοις, θα πρέπει να δοθεί στα Κράτη Μέλη η απαιτούμενη προσοχή στη θεσμική ικανότητα.
Οι πόλεις μας διαθέτουν μοναδικά πολιτιστικά και αρχιτεκτονικά προσόντα, ισχυρές δυνάμεις κοινωνικού συνυπολογισμού και εξαιρετικές δυνατότητες για οικονομική ανάπτυξη. Αποτελούν κέντρα γνώσης και πηγές ανάπτυξης και καινοτομίας. Ταυτόχρονα, ωστόσο, υποφέρουν από δημογραφικά προβλήματα, κοινωνική ανισότητα, κοινωνικό αποκλεισμό συγκεκριμένων πληθυσμιακών ομάδων, έλλειψη προσιτής και κατάλληλης στέγασης, καθώς και περιβαλλοντικά προβλήματα. Μακροπρόθεσμα, οι πόλεις δε μπορούν να εκπληρώσουν το λειτούργημά τους ως μηχανισμοί κοινωνικής προόδου και οικονομικής ανάπτυξης όπως περιγράφεται στη Στρατηγική της Λισσαβόνας, εκτός κι αν καταφέρουμε να διατηρήσουμε την κοινωνική ισορροπία εντός και μεταξύ των πόλεων, διασφαλίζοντας την πολιτισμική τους ποικιλομορφία και καθιερώνοντας υψηλή ποιότητα στους τομείς του αστικού σχεδιασμού, της αρχιτεκτονικής και του περιβάλλοντος.
Ολοένα και περισσότερο, χρειαζόμαστε συνολικές στρατηγικές και συντονισμένη δράση από όλα τα άτομα και τους φορείς που εμπλέκονται στη διαδικασία της αστικής ανάπτυξης, που να ξεπερνούν τα όρια των μεμονωμένων πόλεων. Κάθε επίπεδο κυβέρνησης – τοπικής, περιφερειακής, εθνικής και Ευρωπαϊκής – έχει ευθύνη για το μέλλον των πόλεών μας. Για να γίνει αυτή η πολυεπίπεδη κυβέρνηση πραγματικά αποτελεσματική, πρέπει να βελτιώσουμε το συντονισμό των περιοχών τομεακής πολιτικής και να αναπτύξουμε μία νέα αίσθηση ευθύνης για την ενιαία πολιτική αστικής ανάπτυξης. Πρέπει επίσης να διασφαλίσουμε ότι εκείνοι που εργάζονται για την παραγωγή αυτών των πολιτικών σε όλα τα επίπεδα, διαθέτουν τα γενικά και επαγγελματικά προσόντα και τις γνώσεις που απαιτούνται ώστε να αναπτυχθούν οι πόλεις ως βιώσιμες κοινωνίες.
Υποστηρίζουμε τις δηλώσεις και τις συστάσεις που διατυπώνονται στην Τοπική Ατζέντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το έργο των Ευρωπαϊκών Οργάνων που προωθεί μία ενιαία οπτική σχετικά με τα αστικά ζητήματα. Αναγνωρίζουμε τις Δεσμεύσεις του Aalborg ως πολύτιμη συμβολή για την στρατηγική και συντονισμένη δράση σε τοπικό επίπεδο και τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Φόρουμ για τις Αρχιτεκτονικές Πολιτικές για τον Οικοδομικό Πολιτισμό στις 27 Απριλίου 2007. Σημειώνουμε επίσης τον Ευρωπαϊκό Χάρτη «Network Vital Cities».

Συνιστούμε:

Ι. Να υπάρξει καλύτερη χρήση προσεγγίσεων ενιαίας πολιτικής αστικής ανάπτυξης

Για εμάς, ενιαία πολιτική αστικής ανάπτυξης σημαίνει ταυτόχρονη και δίκαιη εξέταση όλων όσων αφορούν στην αστική ανάπτυξη. Η ενιαία πολιτική αστικής ανάπτυξης αποτελεί διαδικασία στην οποία συντονίζονται οι χωρικές, τομεακές και ιστορικές πλευρές των κρίσιμων τομέων της αστικής πολιτικής. Η ανάμιξη των οικονομικών φορέων, των συμμέτοχων και του ευρύτερου κοινού είναι ουσιαστική. Η ενιαία πολιτική αστικής ανάπτυξης αποτελεί βασική προϋπόθεση για την εφαρμογή της Στρατηγικής της Ε.Ε. για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη. Η εφαρμογή της είναι έργο Ευρωπαϊκής κλίμακας, αλλά θα πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη οι τοπικές συνθήκες και ανάγκες καθώς και η αποκέντρωση.
Η συμφιλίωση των συμφερόντων που διευκολύνεται από μία ενιαία πολιτική αστικής ανάπτυξης, σχηματίζει μία εφικτή βάση ώστε να υπάρχει συναίνεση μεταξύ κράτους, περιφερειών, πόλεων, πολιτών και οικονομικών φορέων. Με τη συγκέντρωση γνώσης και οικονομικών πόρων, τα ανεπαρκή δημόσια κεφάλαια μπορούν να χρησιμοποιηθούν πιο αποτελεσματικά. Οι δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις θα συντονίζονται καλύτερα. Η ενιαία πολιτική αστικής ανάπτυξης εμπλέκει φορείς εκτός διακυβέρνησης και δίνει στους πολίτες τη δυνατότητα να παίξουν ενεργό ρόλο στη διαμόρφωση του άμεσου περιβάλλοντος διαβίωσής τους. Ταυτόχρονα, τα μέτρα αυτά μπορούν να προσφέρουν περισσότερη σιγουριά σε σχέση με το σχεδιασμό και την επένδυση.
Συνιστούμε οι Ευρωπαϊκές πόλεις να εξετάσουν το ενδεχόμενο σχεδιασμού προγραμμάτων ενιαίας πολιτικής αστικής ανάπτυξης για την πόλη ως σύνολο. Αυτά τα προσανατολιζόμενα στην εφαρμογή εργαλεία σχεδιασμού θα πρέπει:
- να περιγράφουν τα δυνατά και αδύναμα σημεία των πόλεων και των γειτονιών, βασιζόμενα σε μία ανάλυση της τρέχουσας κατάστασης
- να καθορίζουν σταθερούς στόχους ανάπτυξης για την αστική περιοχή και να αναπτύσσουν ένα όραμα για την πόλη
- να συντονίζουν την διαφορετική γειτονιά, τα διαφορετικά τομεακά και τεχνικά σχέδια και τις πολιτικές και να διασφαλίζουν ότι οι σχεδιασμένες επενδύσεις θα βοηθούν στην προώθηση μιας καλά ισορροπημένης ανάπτυξης της αστικής περιοχής
- να συντονίζουν και να εστιάζουν στη χρήση πόρων των εμπλεκομένων του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και
- να συντονιστούν σε τοπικό επίπεδο και επίπεδο πόλης - περιφέρειας και να εμπλέξουν τους πολίτες και άλλους ενδιαφερόμενους που μπορούν να συνεισφέρουν σημαντικά στη διαμόρφωση της μελλοντικής οικονομικής, κοινωνικής, πολιτιστικής και περιβαλλοντικής ποιότητας σε κάθε περιοχή.
Ο συντονισμός σε τοπικό επίπεδο και επίπεδο πόλης-περιφέρειας θα πρέπει να ενισχυθεί. Στόχος είναι μία ίση συνεργασία ανάμεσα στις πόλεις και τις αγροτικές περιοχές καθώς και ανάμεσα σε μικρές, μεσαίες και μεγάλες πόλεις στα πλαίσια αστικών και μητροπολιτικών περιοχών. Πρέπει να πάψουμε να βλέπουμε τα ζητήματα και τις αποφάσεις πολιτικής αστικής ανάπτυξης σε επίπεδο μεμονωμένων πόλεων. Οι πόλεις μας θα έπρεπε να αποτελούν επίκεντρα της αστικής-περιφερειακής ανάπτυξης και να αναλάβουν την ευθύνη της εδαφικής συνοχής. Κατά συνέπεια, θα βοηθούσε αν οι πόλεις μας μπορούσαν να δικτυωθούν πιο στενά μεταξύ τους σε Ευρωπαϊκό επίπεδο.
Η ενιαία πολιτική αστικής ανάπτυξης μας προσφέρει μία σειρά εργαλείων που έχουν ήδη αποδείξει την αξία τους σε πολλές Ευρωπαϊκές πόλεις σε σχέση με την ανάπτυξη σύγχρονων, συνεργατικών και αποτελεσματικών δομών διοίκησης, οι οποίες είναι απαραίτητες για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των Ευρωπαϊκών πόλεων. Διευκολύνουν τον εξαρχής ωφέλιμο συντονισμό της ανάπτυξης που αφορά στη στέγαση, την οικονομία, την υποδομή και τις υπηρεσίες, λαμβάνοντας υπόψη μεταξύ άλλων την επίδραση των τάσεων που υπάρχουν σχετικά με την παλαίωση και μετανάστευση αλλά και τους όρους ενεργειακής πολιτικής.
Στα πλαίσια μιας ενιαίας πολιτικής αστικής ανάπτυξης, θεωρούμε ότι οι ακόλουθες στρατηγικές για δράση είναι εξαιρετικά σημαντικές για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των Ευρωπαϊκών πόλεων:

- Δημιουργία και διασφάλιση δημόσιων χώρων υψηλής ποιότητας
Η ποιότητα των δημόσιων χώρων, των τεχνιτών αστικών τοπίων, της αρχιτεκτονικής και της αστικής ανάπτυξης, παίζει σημαντικό ρόλο για τις συνθήκες διαβίωσης των αστικών πληθυσμών. Ως ήπιοι παράγοντες της τοποθεσίας, είναι σημαντικοί για την προσέλκυση επιχειρήσεων που ανήκουν στην βιομηχανία της γνώσης, μιας αρμόδιας και δημιουργικής εργατικής δύναμης, και του τουρισμού. Συνεπώς η αλληλεπίδραση της αρχιτεκτονικής, του σχεδιασμού υποδομής και του αστικού σχεδιασμού πρέπει να αυξηθεί, ώστε να δημιουργήσει ελκυστικούς δημόσιους χώρους που προσανατολίζονται στον χρήστη και να επιτύχει ένα υψηλό επίπεδο υπό όρους κατοικημένου περιβάλλοντος, ένα «Baukultur». Το Baukultur εννοείται με την ευρύτερη σημασία της λέξης, ως σύνολο όλων των πολιτιστικών, οικονομικών, τεχνολογικών, κοινωνικών και οικολογικών πλευρών που επηρεάζουν την ποιότητα και τη διαδικασία του σχεδιασμού και της κατασκευής. Ωστόσο, η προσέγγιση αυτή δεν θα πρέπει να περιορίζεται στους δημόσιους χώρους. Ένα τέτοιο «Baukultur» χρειάζεται για την πόλη ως σύνολο και για τα προάστιά της. Τόσο οι πόλεις όσο και η κυβέρνηση πρέπει αν κάνουν αισθητή την επιρροή τους. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τη διαφύλαξη της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς. Τα ιστορικά κτίρια, οι δημόσιοι χώροι και η αστική και αρχιτεκτονική τους αξία πρέπει να διατηρηθούν.

Η δημιουργία και η διασφάλιση λειτουργικών και καλά σχεδιασμένων αστικών χώρων, υποδομών και υπηρεσιών αποτελεί στόχο του οποίου πρέπει να επιληφθούν από κοινού το κράτος, οι περιφερειακές και τοπικές αρχές, καθώς και οι πολίτες και οι επιχειρήσεις.

- Εκσυγχρονισμός δικτύων υποδομής και βελτίωση ενεργειακής απόδοσης
Τα βιώσιμα, προσβάσιμα και προσιτά αστικά μέσα μεταφοράς που είναι συντονισμένα με τα δίκτυα συγκοινωνιών της πόλης-περιοχής, μπορούν να συμβάλλουν με ουσιαστικό τρόπο στην ποιότητα της ζωής, του χώρου και του περιβάλλοντος. Θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην διαχείριση της κυκλοφορίας και στα αλληλοσυνδεόμενα μέσα μεταφοράς, συμπεριλαμβανόμενων των υποδομών που αφορούν στα δίκυκλα και τους πεζούς. Οι αστικές μεταφορές πρέπει να συμφιλιώνονται με τις διαφορετικές απαιτήσεις της στέγασης, των περιοχών εργασίας, του περιβάλλοντος και των δημόσιων χώρων.
Η τεχνική υποδομή και ιδιαίτερα η ύδρευση, η επεξεργασία των υγρών αποβλήτων και άλλα δίκτυα τροφοδότησης, πρέπει να βελτιωθούν σε αρχικό στάδιο και να προσαρμοστούν στις μεταβαλλόμενες ανάγκες, έτσι ώστε να ανταπεξέλθουν στις μελλοντικές απαιτήσεις υψηλής ποιότητας αστικής ζωής.
Οι βασικές προϋποθέσεις για μια βιώσιμη δημόσια υπηρεσία κοινής ωφέλειας είναι η ενεργειακή απόδοση και η οικονομική χρήση των φυσικών πόρων, καθώς και η οικονομική απόδοση κατά τη χρήση τους. Η ενεργειακή απόδοση των κτιρίων πρέπει να βελτιωθεί. Αυτό αφορά τόσο τα υπαρκτά όσο και τα καινούρια κτίρια. Η ανακαίνιση των κτιρίων που υπάρχουν μπορεί να έχει σημαντική επίδραση στην ενεργειακή απόδοση και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής του κατοίκου. Πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στα προκατασκευασμένα, παλιά και χαμηλής ποιότητας κτίρια. Τα βελτιωμένα δίκτυα υποδομής και η ενεργειακή απόδοση των κτιρίων θα μειώσουν εξίσου το κόστος για τις επιχειρήσεις και για τους κατοίκους.
Μία σημαντική βάση για την αποτελεσματική και βιώσιμη χρήση των πόρων είναι μία συμπαγής δομή συμφωνίας. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσω του χωρικού και αστικού σχεδιασμού, που αποτρέπει την αστική εξάπλωση με αυστηρό έλεγχο της παροχής γης και της κερδοσκοπικής ανάπτυξης. Η στρατηγική ανάμειξης της στεγαστικής, επαγγελματικής, εκπαιδευτικής, εμπορικής και ψυχαγωγικής χρήσης στις αστικές γειτονιές έχει αποδειχτεί ιδιαιτέρως βιώσιμη.
Οι πόλεις πρέπει να συμβάλλουν στη διασφάλιση και βελτίωση της ποιότητας ζωής των κατοίκων τους και της ελκυστικότητάς τους ως τόπων εργασίας, με τη χρήση εξελιγμένων τεχνολογιών πληροφόρησης και επικοινωνίας στους τομείς της εκπαίδευσης, της επαγγελματικής απασχόλησης, των κοινωνικών υπηρεσιών, της υγείας, της ασφάλειας και ασφάλισης, καθώς και των μέσων βελτίωσης της αστικής διακυβέρνησης.
Οι πόλεις μας πρέπει επίσης να μπορούν να προσαρμόζονται στην απειλή που φέρνει η κλιματική αλλαγή. Το σωστά μελετημένο και σχεδιασμένο αστικό περιβάλλον μπορεί να προσφέρει μια μορφή φιλόξενης ανάπτυξης χαμηλού άνθρακα, να βελτιώσει την περιβαλλοντική ποιότητα και να μειώσει την εκπομπή άνθρακα. Οι πόλεις μπορούν να επιτύχουν αυτά τα αποτελέσματα μέσω της καινοτομικής πρόληψης, του μετριασμού και της υιοθέτησης μέτρων που με τη σειρά τους βοηθούν την ανάπτυξη νέων βιομηχανιών και επιχειρήσεων χαμηλού άνθρακα.

- Προληπτική καινοτομία και εκπαιδευτικές πολιτικές
Οι πόλεις είναι μέρη όπου δημιουργείται αλλά και μεταδίδεται μεγάλος όγκος γνώσης. Η συνολική εκμετάλλευση του δυναμικού γνώσης μιας πόλης εξαρτάται από την ποιότητα της προσχολικής και σχολικής εκπαίδευσης, καθώς και από τις ευκαιρίες μετακίνησης που προσφέρουν τα εκπαιδευτικά συστήματα και τα κοινωνικά και πολιτιστικά δίκτυα. Οι ευκαιρίες για δια βίου εκπαίδευση, η αρτιότητα των πανεπιστημιακών και μη πανεπιστημιακών ερευνητικών ινστιτούτων και το δίκτυο μεταφοράς μεταξύ βιομηχανίας, επιχειρήσεων και της επιστημονικής κοινότητας.
Η ενιαία πολιτική αστικής ανάπτυξης μπορεί να συμβάλει στη βελτίωση αυτών των παραγόντων, π.χ. φέρνοντας σε επαφή τους μετόχους, υποστηρίζοντας δίκτυα και βελτιστοποιώντας δομές που έχουν σχέση με την τοποθεσία. Η ενιαία αστική ανάπτυξη προωθεί τον κοινωνικό και διαπολιτιστικό διάλογο.
Οι στρατηγικές της ενιαίας αστικής ανάπτυξης, ο συνεργατική διαχείριση της αστικής ανάπτυξης και η καλή διακυβέρνηση μπορούν να συμβάλουν σε μια αποφασιστική χρήση του δυναμικού των Ευρωπαϊκών πόλεων, ιδιαίτερα σε σχέση με την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη, αλλά και στη μείωση των ανομοιοτήτων μέσα και ανάμεσα στις γειτονιές. Προσφέρουν στους πολίτες την ευκαιρία για κοινωνική και δημοκρατική συμμετοχή.

ΙΙ. Να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στις υποβαθμισμένες γειτονιές, μέσα στο συνολικό πλαίσιο της πόλης

Οι πόλεις έρχονται αντιμέτωπες με μεγάλες προκλήσεις, ιδιαίτερα σε σχέση με την αλλαγή των οικονομικών και κοινωνικών δομών και την παγκοσμιοποίηση. Συγκεκριμένα προβλήματα, μεταξύ άλλων, είναι η εξαιρετικά υψηλή ανεργία και ο κοινωνικός αποκλεισμός. Σε μία πόλη μπορεί να υπάρχουν σημαντικές διαφορές υπό όρους οικονομικών και κοινωνικών ευκαιριών σε μεμονωμένες περιοχές της πόλης, αλλά και υπό όρους διαφορών στην ποιότητα του περιβάλλοντος. Επιπλέον, οι κοινωνικές διακρίσεις και οι διαφορές στην οικονομική ανάπτυξη συχνά εξακολουθούν να αυξάνονται, πράγμα που συμβάλλει στην αποσταθεροποίηση των πόλεων. Μία πολιτική κοινωνικής ένταξης η οποία συμβάλλει στη μείωση της ανισότητας και αποτρέπει τον κοινωνικό αποκλεισμό θα είναι η καλύτερη εγγύηση για τη διατήρηση της ασφάλειας στις πόλεις μας.
Οι σωστά μελετημένες πολιτικές κοινωνικής στέγασης μπορούν να λειτουργήσουν ως αποτελεσματικά εργαλεία για την επίτευξη της κοινωνικής συνοχής και ένταξης στις πόλεις και τις αστικές περιοχές. Η υγιεινή, κατάλληλη και προσιτή στέγαση μπορεί να κάνει αυτές τις γειτονιές πιο ελκυστικές τόσο για νέους όσο και για ηλικιωμένους ανθρώπους. Αυτό συμβάλλει στην σταθερότητα των γειτονιών.
Είναι καλύτερο τα προειδοποιητικά σημάδια να εντοπίζονται νωρίς και να λαμβάνονται επανορθωτικά μέτρα με έγκαιρο και αποτελεσματικό τρόπο. Κάτι τέτοιο εξοικονομεί πόρους. Μόλις κάποια περιοχή αρχίσει να «φθίνει», το κόστος και η δυσκολία για να ανατραπεί αυτό, μπορεί πολλές φορές να είναι πιο δαπανηρά. Η κυβέρνηση πρέπει να προσφέρει προοπτική και κίνητρα βελτίωσης για τους κατοίκους των εν λόγω περιοχών. Η ενεργή ανάμειξη των κατοίκων και ο καλύτερος διάλογος ανάμεσα στους πολιτικούς εκπροσώπους, τους κατοίκους και τους οικονομικούς παράγοντες είναι απαραίτητα στοιχεία ώστε να βρεθεί η καλύτερη λύση για κάθε υποβαθμισμένη αστική περιοχή.
Στα πλαίσια αυτού του υποβάθρου, θεωρούμε ότι οι ακόλουθες στρατηγικές δράσης, στα πλαίσια μιας ενιαίας πολιτικής αστικής ανάπτυξης, είναι ζωτικής σημασίας για τις υποβαθμισμένες αστικές γειτονιές:

- Επιδίωξη στρατηγικών για την αναβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος
Αφενός η οικονομική δραστηριότητα και οι επενδύσεις και αφετέρου οι υψηλού επιπέδου αστικές δομές, το σταθερό δομημένο περιβάλλον και οι σύγχρονες και αποτελεσματικές υποδομές και εγκαταστάσεις είναι στοιχεία στενά αλληλοσυνδεόμενα. Γι’ αυτό το λόγο, είναι απαραίτητο να βελτιωθεί το υπάρχον κτιριακό απόθεμα στις υποβαθμισμένες γειτονιές σε σχέση με το σχεδιασμό τους, τις φυσικές συνθήκες και την ενεργειακή απόδοση. Οι βελτιώσεις των κριτηρίων στέγασης σε νέα κτίρια, αλλά και σε μεγάλα προκατασκευασμένα, παλιά και χαμηλής ποιότητας κτίρια που υπάρχουν ήδη, προσφέρουν τις μεγαλύτερες δυνατότητες για αύξηση της ενεργειακής απόδοσης στα πλαίσια της Ε.Ε. και, κατά συνέπεια, για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Για να αυξηθεί η βιωσιμότητα των επενδύσεων για την αναβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος, θα πρέπει αυτές να είναι ενσωματωμένες σε μία μακροπρόθεσμη αναπτυξιακή στρατηγική που θα περιλαμβάνει επίσης, μεταξύ άλλων, δημόσιες και ιδιωτικές επακόλουθες επενδύσεις.

- Ενίσχυση της τοπικής οικονομίας και της τοπικής πολιτικής της αγοράς εργασίας
Τα μέτρα για τη διασφάλιση της οικονομικής σταθεροποίησης σε υποβαθμισμένες γειτονιές πρέπει επίσης να αξιοποιούν ενδογενείς οικονομικές δυνάμεις στις ίδιες τις γειτονιές. Σε αυτό το πλαίσιο, η αγορά εργασίας και οι πολιτικές οικονομίας που είναι προσαρμοσμένες στις ανάγκες των μεμονωμένων γειτονιών θα αποτελέσουν κατάλληλα εργαλεία. Στόχος είναι η δημιουργία και διασφάλιση θέσεων εργασίας και η διευκόλυνση της έναρξης λειτουργίας νέων επιχειρήσεων. Συγκεκριμένα, οι ευκαιρίες πρόσβασης σε τοπικές αγορές εργασίας πρέπει να βελτιωθούν μέσω της εκπαίδευσης που προσανατολίζεται στη ζήτηση. Πρέπει επίσης να υπάρξει αυξημένη χρήση των ευκαιριών απασχόλησης και εκπαίδευσης στην εθνική οικονομία.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, τα Κράτη Μέλη και οι πόλεις καλούνται να δημιουργήσουν καλύτερες συνθήκες και εργαλεία για την ενίσχυση της τοπικής οικονομίας και, κατά συνέπεια, των τοπικών αγορών εργασίας, κατά κύριο λόγο προωθώντας την κοινωνική οικονομία και προσφέροντας φιλικές προς τον πολίτη υπηρεσίες.

- Προληπτικές πολιτικές εκπαίδευσης και κατάρτισης για τα παιδιά και τους νέους
Μια σημαντική αφετηρία για τη βελτίωση τις κατάστασης στις υποβαθμισμένες γειτονιές είναι η βελτίωση της κατάστασης της εκπαίδευσης και της κατάρτισης στην τοπική κοινότητα, σε συνδυασμό με προληπτικές πολιτικές που εστιάζουν στα παιδιά και τους νέους.
Πρέπει να υπάρξουν περισσότερες και βελτιωμένες δυνατότητες εκπαίδευσης και κατάρτισης σε υποβαθμισμένες γειτονιές, οι οποίες να προσαρμόζονται στις ανάγκες των παιδιών και των νέων που κατοικούν εκεί, αλλά και να εστιάζουν στις ανεπάρκειες που αφορούν στην πρόνοια για τα άτομα αυτά. Μέσω μιας πολιτικής που εστιάζει στα παιδιά και στους νέους και προσαρμόζεται στην περιοχή όπου κατοικούν, πρέπει να συμβάλουμε στη βελτίωση των δυνατοτήτων των παιδιών και των νέων που κατοικούν σε υποβαθμισμένες περιοχές, ώστε να μπορούν να έχουν συμμετοχή και να πραγματοποιούν τα όνειρά τους· πρέπει επίσης να διασφαλίσουμε ίσες ευκαιρίες σε μακροπρόθεσμη βάση.

- Προώθηση αποτελεσματικής και προσιτής αστικής μεταφοράς
Πολλές υποβαθμισμένες γειτονιές έχουν το πρόσθετο βάρος των ανεπαρκών δικτύων μεταφοράς καθώς και των ανεπαρκών περιβαλλοντικών επιρροών που μειώνουν ακόμα περισσότερο την ελκυστικότητά τους. Η ανάπτυξη ενός αποτελεσματικού και προσιτού συστήματος δημόσιων μέσων μεταφοράς θα προσφέρει στους κατοίκους αυτών των περιοχών ίσες ευκαιρίες μετακίνησης και πρόσβασης με άλλους πολίτες – κάτι που δικαίως αναμένουν.
Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός, ο σχεδιασμός των συγκοινωνιών και η διαχείριση της κυκλοφορίας σε αυτές τις γειτονιές πρέπει να στοχεύει ολοένα και περισσότερο στη μείωση του αρνητικού αντίκτυπου των συγκοινωνιών στο περιβάλλον και στην οργάνωσή τους με έναν τρόπο που θα ενσωματώνει καλύτερα αυτές τις γειτονιές στην πόλη και στην περιοχή ως σύνολο. Αυτό θα απαιτήσει επίσης κατάλληλα δίκτυα για την μετακίνηση των πεζών και των δικύκλων.
Όσο καλύτερα καταφέρουμε να σταθεροποιήσουμε οικονομικά τις υποβαθμισμένες γειτονιές, να τις ενσωματώσουμε κοινωνικά και να αναβαθμίσουμε το φυσικό τους περιβάλλον και την υποδομή των συγκοινωνιών τους, τόσο μεγαλύτερες είναι οι πιθανότητες να παραμείνουν οι πόλεις μας μακροπρόθεσμα τόποι κοινωνικής προόδου, ανάπτυξης και καινοτομίας.

Τονίζουμε ότι:
Η πολιτική αστικής ανάπτυξης θα πρέπει να διατυπώνεται σε εθνικό επίπεδο και τα κίνητρα για καινοτομικές λύσεις θα πρέπει επίσης να δημιουργούνται σε εθνικό επίπεδο, καθώς και σε άλλα επίπεδα.
Οι πόλεις μας χρειάζονται αρκετό πεδίο δράσης ώστε να φέρουν σε πέρας τα τοπικά τους καθήκοντα με υπεύθυνο τρόπο και μια γερή οικονομική βάση που να παρέχει μακροπρόθεσμη σταθερότητα. Επομένως, είναι επίσης σημαντικό να δίδεται στα Κράτη Μέλη η ευκαιρία να χρησιμοποιούν τα Ευρωπαϊκά κονδύλια για σημαντικά προγράμματα ενιαίας αστικής ανάπτυξης. Η χρήση αυτών των κονδυλίων θα πρέπει να επικεντρώνεται σε μεγάλο βαθμό στις συγκεκριμένες δυσκολίες και δυνατότητες, αλλά και να λαμβάνει υπόψη τις ευκαιρίες, τις δυσκολίες και τις ιδιαιτερότητες των Κρατών Μελών. Στις περιπτώσεις όπου δεν το παρέχουν ήδη, οι τοπικές αρχές θα πρέπει να αναπτύξουν την απαραίτητη εξειδίκευση και ικανότητα ώστε να μπορούν να εφαρμόζουν ενιαίες πολιτικές αστικής ανάπτυξης, στοχεύοντας επίσης στην επίτευξη της συνολικής ποιότητας και βιωσιμότητας στο δομημένο περιβάλλον.
Υποστηρίζοντας την καθιέρωση κονδυλίων για την αστική ανάπτυξη και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και χρησιμοποιώντας εργαλεία οικονομικού ελέγχου για να αντλήσουν ιδιωτικό κεφάλαιο στην εφαρμογή των στρατηγικών ενιαίας αστικής ανάπτυξης, οι νέες πρωτοβουλίες «JESSICA» και «JEREMIE» της Ευρωπαϊκής Ένωσης προσφέρουν την ευκαιρία να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα των συμβατικών εθνικών και Ευρωπαϊκών πηγών χρηματοδότησης.
Σε εθνικό επίπεδο, οι Κυβερνητικές Υπηρεσίες πρέπει να αναγνωρίσουν καλύτερα πόσο σημαντικό είναι να εκπληρώνουν οι πόλεις τις εθνικές, περιφερειακές και τοπικές τους φιλοδοξίες, καθώς και την επίδρασή τους σε αυτές. Οι προσπάθειες των διαφορετικών τομεακών Κυβερνητικών Υπηρεσιών που ασχολούνται με τα αστικά θέματα ή τα επηρεάζουν, πρέπει να ευθυγραμμιστούν και να ενσωματωθούν καλύτερα, έτσι ώστε να αλληλοσυμπληρώνονται αντί να συγκρούονται.
Τονίζουμε τη σημασία της συστηματικής και δομημένης ανταλλαγής εμπειρίας και γνώσης στον χώρο της βιώσιμης αστικής ανάπτυξης. Ζητούμε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να παρουσιάσει το αποτέλεσμα της ανταλλαγής της καλής πρακτικής βάσει των κατευθυντηρίων γραμμών του Χάρτη Leipzig σε μελλοντικό συνέδριο υπό την αιγίδα της πρωτοβουλίας «Regions of Economic Change». Παράλληλα, χρειαζόμαστε μια Ευρωπαϊκή πλατφόρμα για τη συγκέντρωση και την ανάπτυξη της καλύτερης πρακτικής, των στατιστικών, των μελετών αξιολόγησης, των εκτιμήσεων, των συγκριτικών αναθεωρήσεων και άλλων αστικών μελετών για την υποστήριξη όσων σχετίζονται με την αστική ανάπτυξη σε όλα τα επίπεδα και σε όλους τους τομείς. Θα εξακολουθήσουμε να προωθούμε και να τονίζουμε την ανταλλαγή γνώσης και εμπειρίας ανάμεσα σε αυτούς που διαμορφώνουν τις πολιτικές, τους επαγγελματίες και τους μελετητές σε τοπικό, περιφερειακό, εθνικό και Ευρωπαϊκό επίπεδο στο μέλλον, έτσι ώστε να ενισχύσουμε την αστική διάσταση της Στρατηγικής της Ε.Ε. για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη, της Στρατηγικής της Λισσαβόνας και της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής για την Απασχόληση.
Η Ευρώπη χρειάζεται πόλεις και περιοχές που να είναι «γερές» και καλές για να κατοικεί κανείς σε αυτές.

ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΣΤΗΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΑΓΟΡΑ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ
ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΣΤΗΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΑΓΟΡΑ

Η Εσωτερική Αγορά αποτελεί μία σημαντική πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Δημιουργήθηκε το 1992 με στόχο την εξασφάλιση της ελεύθερης διακίνησης των ατόμων, αγαθών, κεφαλαίων και υπηρεσιών μεταξύ των κρατων μελών.

Ο τομέας των υπηρεσιών είναι ο μεγαλύτερος σε μέγεθος τομέας της ευρωπαϊκής οικονομίας καθώς αντιπροσωπεύει, στην πλειονότητα των κρα- τών μελών όπως και στην Ελλάδα σχεδόν το 70% του ΑΕΠ και της απασχό- λησης. Για τον λόγο αυτό καθίσταται κρισιμότατος στην επίτευξη των στόχων της Στρατηγικής της Λισσαβόνας.

Το 2000 δόθηκε, για πρώτη φορά, έμφαση στην αγορά υπηρεσιών και στην συνέχεια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπέβαλε πρόταση οδηγίας που μετά από έντονες και μακρές διαβουλεύσεις υιοθετήθηκε και δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ως Οδηγία 2006/123/ ΕΚ (Directive 2006/123/EC on Services in the Internal Market) .

Η Οδηγία αυτή έχει ως στόχο την θέσπιση ενός γενικού νομικού πλαισίου που θα έχει εφαρμογή στις οικονομικές δραστηριότητες παροχής υπηρεσιών, θα επιτρέπει την εγκατάσταση ενός παρόχου υπηρεσίας, φυσικού ή νομικού προσώπου, σε ένα κράτος μέλος διάφορο από το κράτος αρχικής εγκατάστασης του και θα διασφαλίζει την απρόσκοπτη διασυνοριακή παροχή της υπηρεσίας που επιθυμεί αυτό να προσφέρει. Η οδηγία έχει εφαρμογή μόνο στις απαιτήσεις που επηρεάζουν την πρόσβαση ή την άσκηση δραστηριοτήτων παροχής υπηρεσιών.

Κάθε κράτος μέλος οφείλει να ορίσει μία δημόσια αρχή που θα συμμετέχει και θα παρεμβαίνει σε ευρωπαϊκό επίπεδο και θα συντονίζει την διαδικασία εφαρμογής των κανόνων σε εθνικό επίπεδο.

Εξ αιτίας της πολυπλοκότητας της οδηγίας δόθηκε στα κράτη μέλη τριετής προθεσμία ενσωμάτωσης της οδηγίας στο εθνικό δίκαιο που λήγει τον Οκτώβριο 2009.

Στην Ελλάδα ο ρόλος του συντονιστή – ρυθμιστή της εφαρμογής της οδηγίας ανατέθηκε στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών που ξεκίνησε την διαδικασία ενημέρωσης των εμπλεκόμενων φορέων στοχεύοντας στην κατα- γραφή και αξιολόγηση των συστημάτων αδειοδότησης και των απαιτήσεων και διατυπώσεων που θα κρίνονταν απαραίτητες για την διασυνοριακή παροχή υπηρεσιών σε προσωρινή ή μόνιμη βάση.

Οι υποχρεώσεις είναι πολλές και ιδιαίτερα πολύπλοκες και απαιτούν την εμπλοκή και άλλων υπουργείων, δημόσιων οργανισμών και φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης καθώς και των οικονομικών και κοινωνικών φορέων.

Οι απαιτούμενες μεταρυθμίσεις είναι τεράστιες για την προσαρμογή της αγοράς υπηρεσιών στις νέες συνθήκες που θα προκύψουν με την ενσωμάτωση της οδηγίας στο εθνικό δίκαιο.

Η Οδηγία προβλέπει συγκεκριμένες υποχρεώσεις και υποστηρικτικά μέτρα για τα οποία απαιτείται άμεση κινητοποίηση.

Δεδομένης της αδυναμίας ή έστω της βραδύτητας των φορέων να κινητοποιήσουν τις υπηρεσίες τους για να συντονίσουν τα πεδία αρμοδιότητας τους με το Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών είναι απαραίτητο να ιεραρχηθούν μεθοδολογίες :

- αξιολόγησης και καταγραφής των συστημάτων αδειοδότησης
- ρύθμισης και αναθεώρησης του νομοθετικού και κανονιστικού πλαισίου σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας

Η εργασία αυτή είναι σύνθετη και πρωτόγνωρη για την ελληνική πραγματικό- τητα και πρέπει να ολοκληρωθεί μέσα σε μικρό σχετικά χρόνο.

Παράλληλα κάθε κράτος μέλος πρέπει να μελετήσει, να αξιολογήσει και να αφομοιώσει τις 26 εκθέσεις των εταίρων μας σύμφωνα με τους κανόνες που προβλέπονται στην οδηγία.

Ορισμένα από τα παραπάνω έχουν δρομολογηθεί, άλλα, δυστυχώς τα περισ- σότερα, δεν έχουν ακόμα ξεκινήσει.

Κρίνεται σκόπιμο εδώ να αναφερθούν περιληπτικά τα παρακάτω:

1. Οι κύριοι στόχοι της Οδηγίας 2006/123/ΕΚ «Υπηρεσίες στην Εσωτερική Αγορά (SIM) » είναι:

- Η βελτίωση της βασικής αρχής ‘Οικονομική Ανάπτυξη και Απασχό ληση’ κάμπτοντας τους περιορισμούς, την υπερβολική γραφειο- κρατία και τα εμπόδια στην διασυνοριακή διακίνηση των υπηρεσιών μεταξύ των κρατών μελών, διευκολύνοντας τους παρόχους υπηρεσιών να εξασφαλίσουν την δυνατότητα εγκατάστασης τους σε ένα κράτος μέλος διάφορο από το κράτος μέλος αρχικής εγκατάστασης ούτως ώστε να παρέχουν υπηρεσίες σε προσωρινή ή μόνιμη βάση.

- Η πραγματοποίηση της Στρατηγικής της Λισσαβόνας που αποσκοπεί στην δημιουργία της Ευρωπαϊκής Ενωσης ως της πλέον ανταγωνιστικής και δυναμικής οικονομίας του κόσμου έως το έτος 2010.

2. Οι κύριες υποχρεώσεις της ενσωμάτωσης της Οδηγίας στο εθνικό δίκαιο είναι:

Η ίδρυση,εγκατάσταση και λειτουργία των παρακάτω δράσεων:

2.1. Ενιαία Κέντρα Εξυπηρέτησης (ΕΚΕ) (Αρθρο 6 της Οδηγίας)

Οι πάροχοι υπηρεσιών θα μπορούν να ολοκληρώσουν τις διαδικασίες πρόσβασης στις αντίστοιχες δραστηριότητες παροχής πληροφοριών και υπηρεσιών μέσω ενός Ενιαίου Κέντρου Εξυπηρέτησης (ΕΚΕ).

2.2. Ηλεκτρονική διεκπεραίωση (Αρθρο 8 της Οδηγίας)

Η διεκπεραίωση όλων των διαδικασιών θα γίνεται από απόσταση και με ηλεκτρονικά μέσα μέσω του οικείου ΕΚΕ.

2.3. Αξιολόγηση του νομικού και κανονιστικού πλαισίου (Κεφάλαιο ΙΙΙ της Οδηγίας)

Μετά την καταγραφή και αξιολόγηση των αδειοδοτήσεων και περιορι- σμών θα συνταχθεί λεπτομερής έκθεση που θα υποβληθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στους 26 εταίρους μέσω της διαδικασίας αμοιβαίας αξιολόγησης .

2.4. Διοικητική συνεργασία (Κεφάλαιο VI της Οδηγίας)

Θα δημιουργηθεί ένα πληροφοριακό σύστημα εσωτερικής αγοράς για την υποστήριξη της διοικητικής συνεργασίας.

Παρότι τους ίδιους στόχους επιδιώκει η Οδηγία 2005/36/ΕΚ «Αναγνώριση Επαγγελματικών Προσόντων» εν τούτοις η Οδηγία Υπηρεσιών διαφοροποιείται διότι διαπραγματεύεται με θέματα διαφορετικά όπως η ασφάλιση επαγγελματικής ευθύνης, η επικοινωνία, οι δραστηριότητες μεταξύ επαγγελματικών κλάδων και ειδικοτήτων και η διοικητική απλούστευση.

Είναι δυνατό, επομένως, επιγραμματικά να συνοψίσουμε ότι :

- Η Οδηγία 2006/123/ΕΚ «Υπηρεσιών» επικεντρώνεται σε θέματα σχετιζόμενα με την ποιότητα των υπηρεσιών.

- Η Οδηγία 2005/36/ΕΚ «Αναγνώριση Επαγγελματικών Προσόντων»
εστιάζεται στην ποιότητα των παρόχων υπηρεσιών.

Μολαταύτα οι δύο οδηγίες χρησιμοποιούν όμοιους όρους με διάφορους προσδιορισμούς, πολλές φορές,για να προσδιορίσουν διαφορετικά θέματα, όπως επιλεκτικά και όχι περιοριστικά είναι :

1. Τα Κέντρα - Σημεία (Points)

- Τα Ενιαία Κέντρα Εξυπηρέτησης (PSC) σύμφωνα με το Αρθρο 6 της Οδηγίας Υπηρεσιών παραβάλλονται με τα Σημεία Επαφής (CP) σύμφωνα με το Αρθρο 57 της Οδηγίας Επαγγελματικών Προσόντων.

Οπου:

Το Αρθρο 6 της Οδηγίας Υπηρεσιών προβλέπει την δημιουργία ενός ή κατά προτίμηση πολλών Ενιαίων Κέντρων Εξυπηρέτησης, για την παροχή πληροφορών και την διεκπεραίωση διαδικασιών ανάπτυξης των επαγγελματικών δραστηριοτήτων των αιτούντων.
Σύμφωνα με το πνεύμα της Οδηγίας ΕΚΕ είναι δυνατό να ιδρυθούν είτε από της Διοίκηση είτε από επαγγελματικές οργανώσεις ή από ιδιωτικούς φορείς στους οποίους θα ανατεθεί ο ρόλος με νομοθετική ή διοικητική πράξη. Ολα,όμως, θα εποπτεύονται από την Αρμόδια Αρχή.

Το Αρθρο 57 της Οδηγίας Επαγγελματικών Προσόντων προβλέπει την δημιουργία ενός μοναδικού Σημείου Επαφής (ίσως όχι η πιό δόκιμη, ελληνική μετάφραση του όρου Contact Point,που έχει όμως υιοθετηθεί στην επίσημη ελληνική μετάφραση της Οδηγίας) το οποίο θα παρέχει πληροφορίες που αφορούν την ανα- γνώριση των επαγγελματικών προσόντων των αιτούντων.Οι πληροφορίες αυτές σχετίζονται με την επαγγελματική νομοθεσία, την δεοντολογία και την καταχώρηση.Τα εθνικά Σημεία Επαφής θα οργανωθούν με δομή Ευρωπαϊκού Δικτύου.

Επομένως εάν ο αιτών μέσω των Ενιαίων Κέντρων Εξυπηρέτησης πρέπει να είναι σε θέση να ολοκληρώνει, όλες τις διαδικασίες και διατυπώσεις για πρόσβαση και άσκηση των επαγγελματικών του δραστηριοτήτων σ’ αυτές θα πρέπει να περιλαμβάνονται και αυτές που σχετίζονται με την αναγνώριση των επαγγελματικών του προσόντων που προβλέπονται ,όμως,να γίνονται από άλλο κέντρο.
Συμπερασματικά τα δύο αυτά κέντρα πρέπει να συνδέονται.

2. Η Αρμόδια Αρχή (Competent Authority)

Η Οδηγία Επαγγελματικών Προσόντων με το Αρθρο 3, παρ.δ ορίζει οτι αρμόδια αρχή είναι οποιαδήποτε διοικητική υπηρεσία ή επαγγελματική οργάνωση στην οποία ανατίθεται το δικαίωμα αναγνώρισης επαγγελ- ματικών τίτλων και χορήγησης σχετικών βεβαιώσεων .

Η Οδηγία Υπηρεσιών με το Αρθρο 4 ορίζει οτι αρμόδιες αρχές είναι οι διοικητικές υπηρεσίες που θα ασκούν εποπτικό και κανονιστικό ρόλο στις διαδικασίες παροχής υπηρεσιών.

Στην Ελλάδα Αρμόδια Αρχή για τον συντονισμό, διαδικασία ανάπτυξης και εποπτεία της εφαρμογής των διατάξεων της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ (Directive on the Recognition of Professional Qualifications / Οδηγία για την Αναγνώριση Επαγγελματικών Προσόντων) έχει ορισθεί το Υπουργείο Παιδείας ενώ για τις ανάλογες διαδικασίες που αφορούν την Οδηγία 2006/123/ ΕΚ (Directive 2006/123/EC on Services in the Internal Market / Οδηγία σχετικά με τις Υπηρεσίες στην Εσωτερική Αγορά) έχει ορισθεί το Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών.


Αθήνα, Οκτώβριος 2007

Η Ομάδα Μελέτης
Εκπρόσωποι ΣΑΔΑΣ-ΠΕΑ στη Θεματική Περιοχή 2 CAE
« Ασκηση του Επαγγέλματος»

Αννα Μελανίτου
Θέμης Στρογγυλός

ΠΛΑΙΣΙΟ ΘΕΣΕΩΝ ΓΙΑ ΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΤΡΟΠΩΝ

«για μια κοινή στρατηγική και αντίληψη»


ΗΜΕΡΙΔΑ Σ.Α.Ν.Αχαϊας
ΕΠΑΕ : 25 ΧΡΟΝΙΑ μετά
ΠΑΤΡΑ 15/12/2007


Ο ΣΑΔΑΣ-Πανελλήνια Ένωση Αρχιτεκτόνων και οι Αρχιτεκτονικοί Σύλλογοι επί σειρά ετών παρεμβαίνουν με στόχο την εύρυθμη λειτουργία των ΕΠΑΕ, την επίλυση λειτουργικών προβλημάτων και την υπηρέτηση του σκοπού για τον οποίο συστάθηκαν .
Η λειτουργία των αρχιτεκτονικών επιτροπών είναι αντικείμενο συζήτησης του αρχιτεκτονικού κόσμου επί σειρά ετών, σε ημερίδες , συντονιστικά, Διοικητικά Συμβούλια, στις παρέες των αρχιτεκτόνων, στους διαδρόμους της πολεοδομίας κλπ. Οι παρεμβάσεις που κατά καιρούς έγιναν δεν είχαν το αναμενόμενο αποτέλεσμα, χωρίς βέβαια να ευθύνονται γι΄αυτό μόνο τα συλλογικά όργανα. Τα προβλήματα συνεχίζουν να υπάρχουν τόσο στην λειτουργία των επιτροπών όσο και στην άσκηση του αρχιτεκτονικού ελέγχου.

Το ΔΣ του ΣΑΔΑΣ – ΠΕΑ με παραστάσεις και έγγραφά του προς το ΥΠΕΧΩΔΕ ζήτησε τη λειτουργική αναβάθμισή τους και την επίλυση των προβλημάτων τους, ενώ αναμένει ακόμη τη συγκρότηση του ΑΠΑΣ και τη ρύθμιση της αποζημίωσης των μελών των ΕΠΑΕ.
Επίσης το ΔΣ του ΣΑΔΑΣ – ΠΕΑ σε συνεδριάσεις του συζήτησε λεπτομερώς το θέμα σχετικώς με τη λειτουργία των αρχιτεκτονικών επιτροπών διαπιστώνοντας πως βασικά προβλήματα παραμένουν :

-Η έλλειψη κοινής στρατηγικής και κοινής αντίληψης που οδηγεί μερικές φορές σε αποκλίνουσες αποφάσεις των επιτροπών για παρόμοια θέματα, με αποτέλεσμα τη δημιουργία προστριβών μεταξύ συναδέλφων και μελών των ΕΠΑΕ.

-Η ποιοτική ανομοιογένεια των μελών των ΕΠΑΕ διότι όσο και αν δεχθούμε ότι υπάρχει κοινό γνωστικό επίπεδο αφετηρίας για όλους, πρέπει άλλο όσο να δεχθούμε ότι η καθημερινή πρακτική και εμπειρία διαμορφώνει την τελική αρχιτεκτονική έκφραση του καθενός.

-Η δυσκολία στην επικοινωνία μεταξύ επιτροπής και μελετητών λόγω έλλειψης του απαραίτητου γνωστικού υπόβαθρου του μελετητή, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις αυξημένων αισθητικών απαιτήσεων ή λόγω αδυναμίας αφομοίωσης των υποδείξεων, σε μελέτες που υποβάλλονται κυρίως από μη αρχιτέκτονες, με αποτέλεσμα την παραγωγή κακέκτυπων που η Επιτροπή καλείται να προσυπογράψει.

-Η έλλειψη επικοινωνίας και συνεργασίας μεταξύ πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας επιτροπής με στόχο την ανταλλαγή απόψεων και εμπειριών στο κοινό αντικείμενο και η λειτουργία της δευτεροβάθμιας ως «εφετείου» με αναφορές σε τυπικά κυρίως σημεία (όπως προκύπτει από το θεσμικό πλαίσιο).

-Οι αρμοδιότητες της επιτροπής ως προς τις εγκρίσεις θέσης, υπέρβασης ποσοστού κάλυψης και διαμορφώσεων δεν οριοθετούνται σαφώς αφήνοντας μεγάλα περιθώρια παρεκκλίσεων και ανάλογων πιέσεων από μέρους των μελετητών ή των ιδιοκτητών,


Ο ΣΑΔΑΣ-Πανελλήνια Ένωση Αρχιτεκτόνων έχοντας υπόψη τη διαχρονική εξέλιξη και τα προβλήματα των ΕΠΑΕ, διατύπωσε το παρακάτω πλαίσιο πάνω στο οποίο πρέπει να κινούνται όλοι οι εκπρόσωποί μας σχετικώς με τις λειτουργίες των αρχιτεκτονικών επιτροπών και εξέφρασε τις ακόλουθες θέσεις οι οποίες πρέπει:
-να αποτελέσουν τη βάση για τη λειτουργία των αρχιτεκτονικών επιτροπών
-να υιοθετηθούν από την Πολιτεία και τους Φορείς

Α. ΕΝΙΑΙΟΣ ΤΡΟΠΟΣ ΚΡΙΣΗΣ – ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ

01. Οι μελέτες διαβιβάζονται στην ΕΠΑΕ, ύστερα από έλεγχο πληρότητας και εφαρμογή των πολεοδομικών διατάξεων από την Υπηρεσία. Η απαρέγκλιτη τήρηση των όρων αυτών αποτελούν την απαραίτητη προϋπόθεση για την ίδια τη λειτουργία των ΕΠΑΕ.
02. Λεπτομερής καθορισμός προδιαγραφών των προς υποβολή ελέγχου μελετών . Για μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα στην παρουσίαση κάθε μελέτης είναι απαραίτητος ο έλεγχος ένταξης της κατασκευής στο περιβάλλον σε σχέση με ύψη, όγκους, στοιχεία όψεων και τον εν γένει χαρακτήρα της περιοχής και όχι μόνο η αντιμετώπιση της αισθητικής, κάθε μεμονωμένου κτιρίου. Πρέπει λοιπόν να ελέγχεται με την άρτια παρουσίαση της μελέτης μαζί με την υποβολή ευκρινών φωτογραφιών, αναπτυγμάτων, μηκοτομών και άλλων στοιχείων (ανάλογα με την κλίμακα και τις απαιτήσεις του έργου ), η συνέπεια προς τις παρακάτω αρχιτεκτονικές και πολεοδομικές προδιαγραφές :

Αρχιτεκτονικές προδιαγραφές
-Τήρηση βασικών αρχών της Αρχιτεκτονικής
-Κλίμακα μεγέθους αναλογιών και σχημάτων
-Σχέσεις πλήρων και κενών
-Επιλογή υλικών και μέθοδοι κατασκευής
Πολεοδομικές προδιαγραφές
-Σχέσεις κτιρίου και περιβάλλοντος χώρου
-Σχέσεις τοπίου – ελεύθερων χώρων
-Σχέσεις κτιρίου και κάλυψης στο οικόπεδο
-Διαλεκτική ένταξη του κτιρίου (διατήρηση του υπάρχοντος πολεοδομικού ύφους ή ένταξη κατ’ αντίθεση με το περιβάλλον πολεοδομικό ύφος)

Πρέπει επίσης να εφαρμόζονται με συνέπεια τα εδάφια στ και η του άρθρου 3 της υπ. Αριθμ. 31252/87 Υπουργικής απόφασης με την οποία « ... οι μελέτες ελέγχονται από τις ΕΠΑΕ με βάση την αρχιτεκτονική άποψη που επέλεξε ο μελετητής, ο έλεγχος αφορά τη σωστή και ολοκληρωμένη έκφρασή της, η δε τυχόν απορριπτική απόφαση της ΕΠΑΕ πρέπει να αιτιολογείται με σαφήνεια....» Σκοπός του ελέγχου είναι σύμφωνα με την παραγρ. 4 43424/7604/88 Υπουργικής απόφασης «να εξασφαλίζονται οι καλύτεροι δυνατοί όροι διαβίωσης των χρηστών τόσο των υπαρχόντων όσο και των νεοανεγειρόμενων κτιρίων, παράλληλα με τη προστασία του περιβάλλοντος, την κατά το δυνατό διατήρηση των φυτειών και τη λειτουργικότερη οργάνωση των ακαλύπτων χώρων του οικοπέδου και ολόκληρου του οικοδομικού τετραγώνου » . Οι όροι διαβίωσης πρέπει να εκτιμώνται σύμφωνα με τα σταθερότυπα φωτισμού, αερισμού και ηλιασμού, τη λειτουργικότητα της κάτοψης του νεοαναγειρόμενου κτιρίου, τη διατήρηση του υφιστάμενου πρασίνου όχι μόνο γενικά αλλά και με τη δυνατότητα να ενταχθεί λειτουργικά στη συγκεκριμένη μελέτη και την εξασφάλιση της ιδιωτικότητας.

03. Πρέπει να αναδειχθεί η πραγματική αξία της αιτιολογικής έκθεσης σαν ουσιαστικό και όχι τυπικό στοιχείο της μελέτης. Η έκθεση αυτή πρέπει να επεξηγεί ολοκληρωμένα την πρόταση, να αναφέρεται στα χαρακτηριστικά του οικοπέδου και του ευρύτερου χώρου, τους περιορισμούς που αντιμετώπισε ο μελετητής και τα αιτήματα του εργοδότη, ώστε να αναπτυχθούν και να προβληθούν τα κοινά σημεία αναφοράς μεταξύ της επιτροπής και του μελετητή, να διευκολυνθεί το ίδιο το έργο της και η προσέγγιση προς την κρινόμενη μελέτη. Επίσης η διατύπωση των παραμέτρων που λήφθηκαν υπόψη, των αξόνων οργάνωσης της μελέτης θα απεικονίσουν με σαφήνεια την ποιότητα της μελέτης και θα θέσουν σε αντικειμενική βάση το διάλογο του μελετητή με τα μέλη της ΕΠΑΕ.

04. Ο σεβασμός στην ελευθερία του μελετητή δε μπορεί να γίνεται πρόσχημα για «αποδέσμευση» από τους στοιχειώδεις κανόνες της αρχιτεκτονικής.

Η μεθοδολογική προσέγγιση απαιτεί :
-Η κρίση να βασίζεται στις απόψεις και τη λύση που προτείνει ο μελετητής. Ο έλεγχος θα γίνεται με στόχο την πληρότητα και τη συνέπεια της μελέτης ως προς την αρχιτεκτονική άποψη που επιλέγεται καθώς και σε σχέση με τη λειτουργία και την ένταξη στο ευρύτερο περιβάλλον.
-Θεωρείται απαραίτητη η παρουσία μελετητή με το απαραίτητο γνωστικό υπόβαθρο στην αντιμετώπιση μελετών με αυξημένες λειτουργικές και αισθητικές απαιτήσεις.
-Κύριο μέλημα των ΕΠΑΕ θα πρέπει να είναι, ο αποκλεισμός των «προδήλως» ακαλαίσθητων προτάσεων.
-Σε καμιά περίπτωση τα μέλη των ΕΠΑΕ δεν θα πρέπει να διορθώνουν τις μελέτες στα σχέδια των μελετητών.
-Εάν δεν παρίσταται ο μελετητής και στην περίπτωση που η επιτροπή έχει σοβαρούς λόγους να μην εγκρίνει τη μελέτη, θα πρέπει να αναβάλλεται η λήψη οριστικής απόφασης, για την επόμενη συνεδρίαση, ειδοποιώντας το μελετητή να παρευρεθεί για να του δοθεί η δυνατότητα να παρουσιάσει την άποψη στην οποία στηρίχθηκε η σύνταξη της μελέτης.
-Δεν επιτρέπεται οι ΕΠΑΕ να κάνουν μονοσήμαντες υποδείξεις για τη διόρθωση της υπό έλεγχο μελέτης ούτε μπορούν να υποκαταστήσουν την έλλειψη μιας κεντρικής ιδέας στην αρχιτεκτονική σύνθεση. Είναι αρμοδιότητα του μελετητή, αν έχει πεισθεί, να επέμβει και να τροποποιήσει την εργασία του. Αν και τα δύο μέρη εμμένουν στις απόψεις τους, είναι προφανώς δικαίωμα του μελετητή να προσφύγει στη Β’ βάθμια ΕΠΑΕ αντικρούοντας τη διαφωνία με την πρωτοβάθμια.
-Η γνωμοδότηση της επιτροπής, η έγκριση αλλά και ενδεχομένως η απορριπτική απόφαση πέραν του ότι πρέπει να είναι αιτιολογημένες, πρέπει να τηρούνται στα πρακτικά της επιτροπής και απόσπασμα αυτών να διαβιβάζονται στο μελετητή.
-Η αντικειμενική εξέταση, η λειτουργία της επιτροπής, η αποφυγή παρεμβάσεων από εξωγενείς παράγοντες, η τήρηση πρακτικών , η τήρηση ποιοτικών και ποσοτικών στοιχείων και αντιπροσωπευτικών δειγμάτων μελετών αποτελούν τις υποχρεώσεις των εκπροσώπων μας στις ΕΠΑΕ.
-Υποχρέωση των εκπροσώπων των Συλλόγων είναι ακόμα να ενημερώνουν το συλλογικό όργανο διοίκησης για πιθανά προβλήματα, τις δραστηριότητες, τις εκτιμήσεις, τις προτάσεις τους.
-Ο έλεγχος της ΕΠΑΕ αποσκοπεί κυρίως στην προστασία του περιβάλλοντος και την ομαλή ένταξη των νέων κατασκευών σ΄αυτό και κατόπιν στην επίτευξη μιας βέλτιστης κατά περίπτωση αρχιτεκτονικής λύσης.
-Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δίνεται στη διατήρηση του παραδοσιακού φυσικού και οικιστικού πλούτου της χώρας μας.
-Με αυξημένη ευθύνη πρέπει να αντιμετωπίζονται οι μελέτες των δημοσίων κτιρίων και γενικά κτιρίων που αποτελούν σημεία αναφοράς στην πόλη.

Συμπληρωματικά σημειώνουμε τα παρακάτω:
-Απαραίτητη προϋπόθεση για την εξέταση μελέτης από ΕΠΑΕ είναι η αυστηρή τήρηση των προδιαγραφών σύνταξης των μελετών για την διασφάλιση της ποιότητας της μελέτης.
-Να τηρείται η διάταξη που προβλέπει την παραπομπή κατασκευών μείζονος ή υπερτοπικής σημασίας από την πρωτοβάθμια στη δευτεροβάθμια ΕΠΑΕ, όπως προβλέπεται στη απόφαση με αρ.31252/1987

Β. ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ – ΔΙΕΥΡΥΝΣΗ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟΥ ΚΑΙ ΥΛΙΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΦΟΡΕΙΣ

01. Ο ΣΑΔΑΣ-Πανελλήνια Ένωση Αρχιτεκτόνων πιστεύει καταρχήν, ότι η πιστή τήρηση της ισχύουσας νομοθεσίας (προδιαγραφές μελετών, έλεγχος μελετών πριν την εισαγωγή θεμάτων στις ΕΠΑΕ, πλήρης γραμματειακή εξυπηρέτηση και τήρηση αξιόπιστων πρακτικών, έλεγχος κατασκευών κ.α. ) και ο συντονισμός της λειτουργίας των ΕΠΑΕ από τα συλλογικά όργανα των φορέων που τις στελεχώνουν, αποτελούν αναγκαία προϋπόθεση για την αποτελεσματική λειτουργία τους . Η σωστή ερμηνεία και τήρηση των Πολεοδομικών διατάξεων και όχι οι υποκειμενικές ερμηνείες των νόμων και των εγκυκλίων και ο έλεγχος πληρότητας των διαφόρων μελετών τόσο των ιδιωτών όσο και των δημόσιων φορέων και οργανισμών, πρέπει να αποτελούν μέλημα των Υπηρεσιών της Πολεοδομίας.
02. Κοινή διαπίστωση αποτελεί επίσης , η ανάγκη ανάληψης πρωτοβουλιών εκ μέρους και των Υπηρεσιών για την βελτίωση των συνθηκών και του περιβάλλοντος λειτουργίας των ΕΠΑΕ και ειδικότερα, μεταξύ των άλλων, η παροχή πλήρους και ουσιαστικής γραμματειακής υποστήριξης από πλευράς Πολεοδομικών Γραφείων ως άμεση προτεραιότητα .
03. Οι τακτικές συνεδριάσεις σε ειδικά διαμορφωμένους χώρους που θα εξασφαλίζουν τη δυνατότητα για ουσιαστικό έλεγχο και διάλογο με τους μελετητές, σε ημέρες και ώρες που δεν θα συνδυάζονται με την ταυτόχρονη διεκπεραίωση άλλων θεμάτων από τα στελέχη των Πολεοδομικών Υπηρεσιών καθώς και η τήρηση καθορισμένου ωραρίου και σειράς προτεραιότητας μαζί με την σωστή κατανομή των τομέων ελέγχου και την αποσυμφόρηση από δευτερεύοντα θέματα , μπορεί να αποτελέσουν απλές αλλά ουσιώδεις διορθωτικές παρεμβάσεις για την αντιστροφή της κατάστασης.
04. Ταυτόχρονα ο έλεγχος των κατασκευών, που σήμερα ουσιαστικά είναι υποτυπώδης, αρχής γενομένης έστω από έργα που έχουν ελεγχθεί από τις ΕΠΑΕ , πρέπει να εφαρμοστεί με ευθύνη των Υπηρεσιών αλλά και την συνδρομή των ιδίων των ΕΠΑΕ, εφόσον κριθεί αναγκαίο.

Από την άλλη πλευρά , ο ρόλος των ΕΠΑΕ ως Επιτροπών αρχιτεκτονικού αλλά και πολεοδομικού ελέγχου μπορεί να ενισχυθεί με την εστίαση του αντικειμένου των στους τομείς μείζονος σημασίας όπως:
-την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς και κυρίως των «υπό κατεδάφιση» αξιόλογων κτιρίων που δεν καλύπτονται από χαρακτηρισμό ως διατηρητέων
-τις κατασκευές σε περιοχές ιδιαίτερης σημασίας για το φυσικό περιβάλλον
-τις σημαντικές οικιστικές περιοχές (πλατείες, βασικοί οδικοί άξονες, περιοχές έντονης ανοικοδόμησης και επεκτάσεων σχεδίων πόλεων κ.α.)
-τα έργα διαμόρφωσης υπαιθρίων χώρων και στοιχείων αστικού εξοπλισμού .

05. Η αναβάθμιση του ρόλου των ΕΠΑΕ συναρτάται άμεσα με την ουσιαστική υιοθέτηση του θεσμικού ρόλου που καλούνται να υπηρετήσουν. Τόσο η διεκπεραιωτική λογική όσο και απομάκρυνση τους από τις σημερινές πρακτικές πρέπει να αναθεωρηθούν. Πρέπει όμως, οι στοιχειώδεις κανόνες άσκησης της αρχιτεκτονικής και της τήρησης των νομίμων διαδικασιών, να τηρούνται από όλους τους συντελεστές που παρεμβαίνουν στο έργο των ΕΠΑΕ.
06. Ταυτόχρονα πρέπει στο Υπουργείο ΠΕΧΩΔΕ να λειτουργεί επιτελική επιτροπή που θα υποστηρίζει τη λειτουργία των επιτροπών και θα αλληλοτροφοδοτεί με θέσεις και πρωτοβουλίες που θα στοχεύουν τόσο στην επίλυση προβλημάτων όσο και στον καλύτερο συντονισμό. Η θεσμοθέτηση αλλά η επιβαλλόμενη άμεση σύσταση και λειτουργία του πρέπει ακριβώς να υπηρετήσει το σκοπό αυτό.


Γ. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΥΛΛΟΓΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΚΠΡΟΣΩΠΗΣΕΙΣ - ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΩΝ ΕΠΑΕ

01. Για την κατάρτιση του καταλόγου εκπροσώπων εφαρμόζονται διαδικασίες «αντικειμενικής επιλογής». Προς αυτή την κατεύθυνση πρέπει οι διαδικασίες να γίνουν πιο συγκεκριμένες και η κρίση να στηρίζεται σε αντικειμενικά δεδομένα. Οι εκπρόσωποι πρέπει να εναλλάσσονται, να αποφεύγονται δηλαδή φαινόμενα «μόνιμης εκπροσώπησης» και στα κριτήρια που ήδη υπάρχουν πρέπει να απαιτείται η προσκόμιση βιογραφικού σημειώματος συνοδευόμενο από το έργο του ενδιαφερόμενου. Η κρίση επί θεμάτων αρχιτεκτονικής δεν πρέπει να αφήνει στο απυρόβλητο τους ίδιους τους εκπροσώπους του κλάδου.

02. Θα καταρτισθεί κατάλογος – επετηρίδα, η οποία θα είναι δεσμευτική για τις εκπροσωπήσεις των Συλλόγων. Η επιλογή των υποψηφίων για την επετηρίδα με την έννοια του ελέγχου των απαραίτητων προϋποθέσεων θα γίνεται με ευθύνη του ΔΣ της Ένωσης και των Περιφερειακών Συλλόγων. Οι εκπρόσωποι, θα πρέπει να είναι ελεύθεροι επαγγελματίες και προφανώς μέλη των Συλλόγων.

03. Να εξασφαλίζεται κυκλική εκπροσώπηση από συναδέλφους αρχιτέκτονες του ευρύτερου Δημόσιου Τομέα και όχι μόνο από τα πολεοδομικά γραφεία. Για το σκοπό αυτό θα γίνουν οι οφειλόμενες ενέργειες από το ΔΣ της Ένωσης. Η δε επιλογή τους θα πρέπει να γίνεται με αξιοκρατικά κριτήρια, βάσει βιογραφικού και άλλων αξιόπιστων κριτηρίων.
04. Τέλος ως εκπρόσωποι της ΤΕΔΚ πρέπει να ορίζονται οι καταλληλότεροι, να είναι γνώστες του αντικειμένου και να έχουν τη δυνατότητα της συνεχούς συμμετοχής. Για την επίλυση των προβλημάτων αυτών ο ΣΑΔΑΣ-Πανελλήνια Ένωση Αρχιτεκτόνων θα αναλάβει πρωτοβουλίες τόσο προς το ΥΠΕΧΩΔΕ όσο και προς την ΤΕΔΚΝΑ και τις ΤΕΔΚ στους Νομούς.

Δ. ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ – ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΩΝ ΕΠΑΕ

Η βελτίωση των συνθηκών και του περιβάλλοντος εργασίας των ΕΠΑΕ καθώς και η επίλυση των λειτουργικών προβλημάτων είναι στις άμεσες προτεραιότητες των Συλλόγων . Το πλέγμα των θεμάτων που αναφέρονται :
01. Στο περιβάλλον εργασίας, στο φόρτο, στην εξυπηρέτηση των μελετητών, στη δυνατότητα ύπαρξης πλήρους και λειτουργικού αρχείου, στην τήρηση ποσοτικών και ποιοτικών στοιχείων, πρακτικών, κωδικοποίησης των αποφάσεων ανά θεματική περιοχή, πρέπει να επιλυθούν άμεσα.
02. Επίσης, πρέπει να βρει λύση και το θέμα της αποζημίωσης των μελών των ΕΠΑΕ, δίδοντας τελικά σημασία και σε θέματα που δεν τα αναδεικνύουμε ως μείζονος σημασίας.

Ο ΣΑΔΑΣ-ΠΕΑ με παρεμβάσεις της στην πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΧΩΔΕ έχει διατυπώσει τις θέσεις του για την επίλυση του προβλήματος.

1. Λειτουργικά θέματα των ΕΠΑΕ

1.1 Ηλεκτρονική πρωτοκόλληση του φακέλου με τον ειδικό αύξοντα αριθμό πρωτοκόλλου της ΕΠΑΕ και συσχέτιση με το γενικό πρωτόκολλο της υπηρεσίας. Ο φάκελος διακινείται από και προς την ΕΠΑΕ με ευθύνη της υπηρεσίας. Ο έλεγχος πληρότητας, τήρησης των προδιαγραφών και κατά ΓΟΚ από τους ελεγκτές της πολεοδομίας πάντα προηγείται.
1.2 Αυστηρή τήρηση της προτεραιότητας στην συγκρότηση της ημερήσιας διάταξης και δημοσιοποίησή της προς τους ενδιαφερομένους. Μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις μπορεί η Επιτροπή να εγκρίνει αιτιολογημένα παρέκκλιση από τη σειρά προτεραιότητας που θα αναγράφεται στα πρακτικά.
1.3 Τήρηση ουσιαστικών πρακτικών από την γραμματεία της ΕΠΑΕ και ενημέρωση των ενδιαφερομένων για την πορεία του ελέγχου.
1.4 Αυστηρή τήρηση της ώρας έναρξης των συνεδριάσεων και καθιέρωση ανώτατου ορίου αριθμού μελετών που συζητούνται ανά συνεδρίαση. Σε περίπτωση που τα θέματα είναι περισσότερα θα γίνεται έκτακτη συνεδρίαση σε εύλογο χρόνο, που θα ανακοινώνεται έγκαιρα.

2. Επιλογή μελών
Για την διασφάλιση της διαφάνειας στην επιλογή των εκπροσώπων του ΣΑΔΑΣ και του ΤΕΕ , αλλά και την ενδυνάμωση του θεσμού με την συμμετοχή στις ΕΠΑΕ όσο το δυνατόν περισσότερο έμπειρων συναδέλφων προτείνουμε τα παρακάτω:
2.1 Διαδικασία επιλογής εκπροσώπων των φορέων μετά από δημόσια πρόσκληση σύμφωνα με τα ουσιαστικά και τυπικά προσόντα.
2.2 Μέλη που έχουν ήδη συμμετάσχει σε δύο συνεχόμενες θητείες δεν συμμετέχουν σε καμία επιτροπή για τη επόμενη θητεία.
2.3 Μέλη της διοίκησης του ΤΕΕ ή των Συλλόγων δεν συμμετέχουν ως μέλη των ΕΠΑΕ όσο διαρκεί η θητεία τους για λόγους δεοντολογίας.
2.4 Μέλη που δεν θα ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους να ανακαλούνται με σχετική απόφαση των οργάνων διοίκησης.
2.5 Για την συμμετοχή των εκπροσώπων του δημοσίου, προτείνεται η κυκλική τοποθέτηση από όλες τις νομαρχιακές υπηρεσίες κατ΄αρχήν και αργότερα από όλο τον ευρύτερο δημόσιο τομέα με στόχο την ανανέωση και την ενδυνάμωση του στελεχιακού δυναμικού των Επιτροπών.

3. Υποχρεώσεις μελών
Για την συλλογή στοιχείων σχετικά με τις μελέτες που εξετάζονται από τις ΕΠΑΕ που θα οδηγήσουν στην εξαγωγή συμπερασμάτων για τη λειτουργία της ίδιας της επιτροπής και την ποιότητα του αρχιτεκτονικού έργου, προτείνουμε τα παρακάτω:
3.1 Συμπλήρωση στατιστικού δελτίου από τους εκπροσώπους του ΣΑΔΑΣ για κάθε μελέτη. Τα δελτία θα μηχανογραφούνται από ομάδα εργασίας του Συλλόγου και θα επεξεργάζονται με στόχο την εξαγωγή στατιστικών συμπερασμάτων τα οποία θα δημοσιοποιούνται.
3.2 Οι εκπρόσωποι του ΣΑΔΑΣ αλλά και όλοι οι συνάδελφοι μέλη των ΕΠΑΕ θα πρέπει να καταγράφουν αντιπροσωπευτικά δείγματα από τις διάφορες κατηγορίες μελετών, ώστε να διοργανωθεί ειδική έκθεση για τον ρόλο του αρχιτέκτονα στην διαδικασία παραγωγής του τεχνικού έργου και για το θέμα των αρμοδιοτήτων των διαφόρων κλάδων που εμπλέκονται στην διαδικασία έκδοσης οικοδομικών αδειών.
3.3 Η απαρέγκλιτη τήρηση των διατάξεων που διέπουν την λειτουργία των ΕΠΑΕ από τα μέλη των επιτροπών και η απόκρουση φαινομένων “διασταλτικής ερμηνείας κλπ.” αποτελεί υποχρέωση των εκπροσώπων μας .
3.4 Υποχρέωση των εκπροσώπων του συλλόγου είναι ακόμα να ενημερώνουν το συλλογικό όργανο διοίκησης για πιθανά προβλήματα , τις δραστηριότητες, τις εκτιμήσεις και τις προτάσεις τους.
3.5 Απαραίτητη θεωρούμε τέλος την αποζημίωση των μελών των ΕΠΑΕ που μπορεί να εξασφαλισθεί από το ειδικό τέλος υπέρ Νομαρχίας ή από ανάλογες πιστώσεις.

Όλες οι παραπάνω προτάσεις θα είναι κενές σημασίας αν δεν εξευρεθεί λύση στο μεγάλο πρόβλημα του ελέγχου των κατασκευών. Διότι όπως πολύ καλά γνωρίζουμε όλοι, άλλες μελέτες εγκρίνονται από τις Επιτροπές και άλλες κατασκευάζονται.


Ε. ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Συμπερασματικά οι ΕΠΑΕ πρέπει να ενισχυθούν ως «θεσμική παρέμβαση» των αρχιτεκτόνων και να αποτελέσουν την αιχμή του δόρατος για τη βελτίωση του αρχιτεκτονικού έργου, το οποίο σήμερα ασκείται ποικιλοτρόπως . Πρέπει να αποφεύγονται γενικές προσεγγίσεις και επαναδιατύπωση γενικοτήτων, ενώ αντίθετα πρέπει με σαφήνεια να προβούμε στην ενίσχυση του ρόλου των, να αναδείξουμε το ρόλο της αρχιτεκτονικής στην προοπτική της κατοχύρωσης του δικαιώματος «άσκησης της αρχιτεκτονικής από τους αρχιτέκτονες».
Ακριβώς σε αυτό το λεπτό σημείο πρέπει να επικεντρωθεί το ενδιαφέρον τόσο των συλλογικών φορέων των αρχιτεκτόνων, όσο και των εκπροσώπων μας, ώστε με τους κατάλληλους χειρισμούς και την ανάδειξη των πτυχών του προβλήματος να αναδείξουμε το στόχο μας.
Η υλοποίηση των παραπάνω έγκειται αποκλειστικά στην υπευθυνότητα των εκπροσώπων μας, των ΕΠΑΕ οι οποίες επωμίζονται ένα ρόλο διάκρισης, τη μοναδική άλλωστε διακριτή αρμοδιότητα του κλάδου των αρχιτεκτόνων.

Παράλληλα με τη λειτουργία των ΕΠΑΕ είναι απαραίτητο να ληφθούν αντίστοιχα μέτρα αναβάθμισης της λειτουργίας και της ίδιας της δομής των Νομαρχιακών Υπηρεσιών. Η ουσιαστική και αποτελεσματική λειτουργία των πολεοδομικών γραφείων , θα διασφαλισθεί κατά τη γνώμη μας και με την λήψη και την εφαρμογή των παρακάτω μέτρων.
-Βελτίωση της υλικοτεχνικής υποδομής, των μέσων και του εξοπλισμού των πολεοδομικών γραφείων .
-Μηχανοργάνωση του αρχείου πολεοδομικών αδειών, του μητρώου μελετητών, του αρχείου της Γραμματείας και της πολεοδομικής ενημέρωσης προς χρήση των υπαλλήλων.
-Επαρκής Νομική κάλυψη όλων των Υπηρεσιών.
-Ελεγχόμενη και διαφανής ροή διαδικασιών (πρωτόκολλο, τήρηση προτεραιότητας κ.α)
-Ουσιαστικός έλεγχος της πληρότητας των φακέλων .
-Άμεση αντιμετώπιση προβλημάτων έλλειψης προσωπικού στα πολεοδομικά γραφεία. Η στελέχωση των γραφείων με όλες τις ειδικότητες των μηχανικών αποτελεί προϋπόθεση για την λειτουργία τους.

Ο στόχος όλων μας πρέπει να είναι η αντιγραφειοκρατική, ευέλικτη λειτουργία των Υπηρεσιών και η ταχύτητα στην έκδοση των οικοδομικών αδειών, με πληρότητα, διαφάνεια και αποτελεσματικότητα.

ΚΩΣΤΑΣ ΜΠΕΛΙΜΠΑΣΑΚΗΣ

ΜΕΛΟΣ Δ.Σ.
ΣΑΔΑΣ – Πανελλήνια Ένωση Αρχιτεκτόνων.